Перевод: со всех языков на греческий
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский
ἀγακλυτός
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
αγακλυτός — ἀγακλυτός, ή, όν (Α) ο αγακλειτός*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀγα + κλυτός] … Dictionary of Greek
ἀγακλυτός — masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀγακλυτόν — ἀγακλυτός masc/fem acc sg ἀγακλυτός neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀγακλυτοῖο — ἀγακλυτός masc/fem/neut gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀγακλυτοί — ἀγακλυτός masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀγακλυτοῦ — ἀγακλυτός masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀγακλυτούς — ἀγακλυτός masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀγακλυτά — ἀγακλυτός neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀγακλυτῷ — ἀγακλυτός masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Agaclytus — was the name of two separate people in Classical history:*Agaclytus was a freedman of Marcus Aurelius, said to have had great influence over Aurelius and his co emperor, Lucius Verus.cite book last =Unknown first = authorlink = coauthors =Anthony … Wikipedia
αγα- — ἀγα (επιτατικά πρόθημα) (Α) πάρα πολύ. [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. συνδέεται με το αβεστ. aš , π.χ. aš aoĵah (= με πολλή δύναμη), οπότε το α (αγ α) είναι απλό «φωνητικό στήριγμα» (Schwyzer). Αλλοι τό συνδέουν με το μέγα, τού οποίου μπορεί να θεωρηθεί… … Dictionary of Greek