Перевод: со всех языков на греческий

с греческого на все языки

χάρτινο

  • 1 папироса

    το τσιγάρο/σιγαρέτο (με χάρτινο επιστόμιο).

    Русско-греческий словарь научных и технических терминов > папироса

  • 2 карточный

    карточ||ный
    прил 1.:
    \карточныйная система τό σύστημα διανομής μέ δελτία·
    2. (об игре и т. п.) τῶν χαρτιών:
    \карточныйный долг χρέος στά χαρτιά, χαρτοπαιχτικό χρέος· ◊ \карточныйный домик τό χάρτινο σπιτάκι.

    Русско-новогреческий словарь > карточный

  • 3 фонарик

    фонар||ик
    м τό φαναράκι, ὁ φακός:
    карманный \фонарик φαναράκι τής τσέπης· китайский \фонарик τό χάρτινο φαναράκι.

    Русско-новогреческий словарь > фонарик

  • 4 карточный

    επ.
    του χαρτιού, του παιγνιόχαρτου•

    -ая игра χαρτοπαίγνιο• - долг χρέος από το χαρτοπαίγνιο• - стол τραπέζι χαρτοπαιγνίου.

    εκφρ.
    - ая система – σύστημα διανομής με δελτίο• - домик α) χάρτινο σπιτάκι (αστέργιωτο). β) χάρτινος πύργος (φαντασιοκοπήματα).

    Большой русско-греческий словарь > карточный

  • 5 пистон

    α.
    1. έμβολο, πιστόνι. || εμπυ-ρειο• στρακα, χάρτινο καψουλι παιδ. παιγνιδιών.
    2. επιστόμιο μουσικών οργάνων.
    3. τρύπα (κουμπότρυπα) μεταλλική για κορδόνια.

    Большой русско-греческий словарь > пистон

  • 6 рожок

    -жка, πλθ. рожки, -жек, -жками, κ. рожки -ов α.
    1. πλθ. рожки κερατάκια.
    2. πλθ. μουσικά όργανα κερατοειδή.
    3. διάφορα είδη κερατώδη. || παλ. χάρτινο χωνί, χαρτοσακκούλα χωνοειδής.
    4. θήλαστρο, ρωγοβύζι κέρας.
    5. υποδετήριο, κόκκαλο, κέρας.
    6. πλθ. -и καρποί κερατοειδείς (ξυλοκέρατα κ.τ.τ.).
    7. είδος ζυμαρικών κυρτών μικρού σχήματος, κερατάκια.
    εκφρ.
    остались -и да ножки – έμειναν τρίμματα, ψιχια (μηδαμινή ποσότητα).

    Большой русско-греческий словарь > рожок

См. также в других словарях:

  • γραμματόσημο — Χάρτινο ένσημο που βεβαιώνει ότι πληρώθηκε ένα ποσό σε αντάλλαγμα του οποίου η ταχυδρομική υπηρεσία αναλαμβάνει να μεταφέρει ένα γράμμα, ένα δέμα ή οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο στον προορισμό του. Ανάλογα με τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται,… …   Dictionary of Greek

  • Manos Hadjidakis — Infobox musical artist Name = Manos Hadjidakis (Μάνος Χατζιδάκις) Img capt = Img size = Background = non performing personnel Birth name = Alias = Born = birth date|1925|10|23|mf=y Origin = Xanthi, Greece Died = death date and… …   Wikipedia

  • Nikos Gatsos — Níkos Gátsos Níkos Gátsos (en grec Νίκος Γκάτσος, né le 8 décembre 1911 à ) en Arcadie et mort le 12 mai 1992) est un poète et écrivain grec. Biographie Après avoir suivi son enseignement primaire en Arcadie, il suit ses études suppérieures à… …   Wikipédia en Français

  • Nikos Gkatsos — Níkos Gátsos Níkos Gátsos (en grec Νίκος Γκάτσος, né le 8 décembre 1911 à ) en Arcadie et mort le 12 mai 1992) est un poète et écrivain grec. Biographie Après avoir suivi son enseignement primaire en Arcadie, il suit ses études suppérieures à… …   Wikipédia en Français

  • Níkos Gátsos — (en grec Νίκος Γκάτσος, né le 8 décembre 1911 à Arcadie et mort le 12 mai 1992) est un poète et écrivain grec. Biographie Après avoir suivi son enseignement primaire en Arcadie, il suit ses études suppérieures à Tripoli où il s’ouvre à la… …   Wikipédia en Français

  • Manos Hatzidakis — (Μάνος Χατζιδάκις) Background information Born October 23, 1925(1925 10 23) Origin …   Wikipedia

  • Хадзидакис, Манос — Манос Хадзидакис (греч. Μάνος Χατζιδάκις; 23 октября 1925(19251023), Ксанти  15 июня 1994)  всемирно известный греческий композитор. В 1960 году он получил премию «Оскар» за песню «Дети Пирея» и музыку, написанную к фильму… …   Википедия

  • Κλειώ — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν μία από τις εννέα Μούσες, θεά του άσματος (Πίνδαρος, Βακχυλίδης) ή θεά των πηγών (Σιμωνίδης). Θεωρείται εφευρέτρια της κιθάρας, αλλά υπάρχει επίγραμμα που την αποκαλεί θεά της μαντείας. Επίσης, ήταν η μούσα που… …   Dictionary of Greek

  • Τόμσον — Ν φρ. α) «ατομικό πρότυπο Τόμσον» φυσ. θεωρία σχετικά με τη θεωρητική περιγραφή τής εσωτερικής δομής τών ατόμων η οποία υποστηρίχθηκε από τον Τζόζεφ Τζων Τόμσον και σύμφωνα με την οποία τα άτομα έχουν τη μορφή ομοιόμορφων σφαιρών αποτελούμενων… …   Dictionary of Greek

  • κάλαντα — Εθιμικά τραγούδια, τα οποία τραγουδούν ομάδες παιδιών ή σπανιότερα ενηλίκων, κυρίως την παραμονή των μεγάλων γιορτών του Δωδεκαημέρου (Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, Φώτα). Τα κ. εξιστορούν, μυθοποιημένα, τα περιστατικά των αντίστοιχων ημερών, είναι… …   Dictionary of Greek

  • κλείω — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν μία από τις εννέα Μούσες, θεά του άσματος (Πίνδαρος, Βακχυλίδης) ή θεά των πηγών (Σιμωνίδης). Θεωρείται εφευρέτρια της κιθάρας, αλλά υπάρχει επίγραμμα που την αποκαλεί θεά της μαντείας. Επίσης, ήταν η μούσα που… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»