Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

συγκατακεράννυμι

См. также в других словарях:

  • συγκατακεράννυμι — Α αναμιγνύω εκ παραλλήλου, αναμιγνύω μαζί. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + κατακεράννυμι «αναμιγνύω»] …   Dictionary of Greek

  • κεράννυμι — (ΑΜ, Α και κεραννύω, επικ. τ. κεραίω και κερῷ, άω) 1. αναμιγνύω υγρά, συνήθως κρασί με νερό, για να μετριάσω στο κράμα τη δύναμη οινοπνευματώδους ποτού (α. «κύλικος ἴσον κεκραμένης», Αριστοφ. β. «οἴνῳ καὶ μέλιτι κεράσαντα τὴν κρήνην, ἀφ ἧς ἔπινον …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»