-
1 меховщйк
мехов||щйкм ὁ γουναρᾶς, ὁ γού-ναρης. -
2 свинарник
свинар||никм τό χοιροστάσιο[ν], τό γου-ρουνοστάσιο. -
3 свиной
свин||ойприл χοιρινός, χοίρινος, γου-ρουνίσιος:\свинойая кожа τό γουρουνοπέτσι, τό γουρουνοτόμαρο, τό χοιρινό δέρμα· \свинойа́я отбивная χοιρινή κοτολεττα· \свинойое сало τό χοιρινό λίπος, τό λαρδί. -
4 болтун
-а α.1. –нья, -и θ. φλύαρος, -η, πολυλογας, -γού.2. άβγαλτο αυγό από την κλώσσα. -
5 говорун
-а α., -ья, -и θ. πολυλογάς, -γού, φλύαρος, -η. -
6 лепетун
-а α.-ья, -и е. φλύαρος, -η, πολυλογάς, -γού. -
7 таранта
-ы α. • κ. θ. (απλ.) φλύαρος, -η, πολυλογάς, -γού, γλωσσάς, -σού, αεροκοπαν ιστής.. -
8 тараторка
-и α. κ. θ. πολυλογάς, -γού, λιμαδόρος, φλύαρος, -η.
См. также в других словарях:
Γου, Τσιέν Σιούνγκ — (Chien Shiung Wu, Κίνα 1912 – ΗΠΑ 1997). Αμερικανίδα πυρηνική φυσικός, κινεζικής καταγωγής. Γεννήθηκε στην Κίνα και μετά τις σπουδές της πήγε στις ΗΠΑ, όπου πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια. Όταν πήρε το… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
κυναγοῦ — κυνᾱγοῦ , κυναγός hound leader masc/fem gen sg κυνᾱγοῦ , κυνηγέω hunt pres imperat mp 2nd sg (attic doric) κυνᾱγοῦ , κυνηγέω hunt imperf ind mp 2nd sg (attic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοχαγοῦ — λοχᾱγοῦ , λοχαγέω lead a pres imperat mp 2nd sg (attic) λοχᾱγοῦ , λοχαγέω lead a imperf ind mp 2nd sg (attic) λοχᾱγοῦ , λοχαγός leader of an armed band masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ναυαγοῦ — ναυᾱγοῦ , ναυαγέω suffer shipwreck pres imperat mp 2nd sg (attic) ναυᾱγοῦ , ναυαγέω suffer shipwreck imperf ind mp 2nd sg (attic) ναυᾱγοῦ , ναυαγός shipwrecked masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ξεναγοῦ — ξενᾱγοῦ , ξεναγέω to be a leader of mercenaries pres imperat mp 2nd sg (attic) ξενᾱγοῦ , ξεναγέω to be a leader of mercenaries imperf ind mp 2nd sg (attic) ξενᾱγοῦ , ξεναγός commander of mercenary troops masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ταγοῦ — τᾱγοῦ , ταγέω to be ruler pres imperat mp 2nd sg (attic) τᾱγοῦ , ταγέω to be ruler imperf ind mp 2nd sg (attic) τᾱγοῦ , ταγός commander masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπερρίγου — ἐπερρί̱γου , ἐπί ἐνριγόω shiver pres imperat act 2nd sg (ionic) ἐπερρί̱γου , ἐπί ἐνριγόω shiver imperf ind act 3rd sg (ionic) ἐπερρί̱γου , ἐπί ῥιγόω to be cold imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρρίγου — ἐρρί̱γου , ἐνριγόω shiver pres imperat act 2nd sg ἐρρί̱γου , ἐνριγόω shiver imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) ἐρρί̱γου , ῥιγόω to be cold imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λάγου — λά̱γου , λήγω stay pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric) λά̱γου , λήγω stay imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μαστίγου — μαστί̱γου , μαστιγόω whip pres imperat act 2nd sg μαστί̱γου , μαστιγόω whip imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)