Перевод: с английского на все языки
κραιπαλό-κωμος
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
φιλόκωμος — ον, Α 1. αυτός που τού αρέσουν τα γλέντια, οι διασκεδάσεις 2. (για μουσικά όργανα) αυτός που συνοδεύει τα γλέντια, τις ευωχίες 3. (το αρσ.) προσωνυμία τού Ανακρέοντος. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + κωμος (< κῶμος «συμπόσιο, διασκέδαση»), πρβλ.… … Dictionary of Greek