-
1 επιστολη
ἥ тж. pl.1) послание, поручение ( письменное или устное), предписание, распоряжениеἐξ ἐπιστολῆς Her. или ἐπιστολαῖς Eur. — по приказанию;
τέκνων ἐπιστολαί Eur. — распоряжения относительно детей2) письменное послание, письмо(ἐπιστολέν (δια)πέμπειν Eur., Thuc.; ἐπιστολέν ἀποδοῦναι, λύειν Thuc.)
ὅ ἐπὴ τῶν ἐπιστολῶν Plut. — писец, секретарь -
2 επιστολή
επιστολή η1) письмо;2) послание (послания) – писания святых апостолов в форме писем или посланий: одно Иакова, два апостола Петра, три апостола Иоанна, одно апостола Иуды и 14 посланий апостола Павла;Этим.дргр. < επιστέλλω < επί- + στέλλω «посылать» -
3 επιστολή
-
4 ΕΠΙΣΤΟΛΗ
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ΕΠΙΣΤΟΛΗ
-
5 ἐπιστολῇ
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἐπιστολῇ
-
6 ἐπιστολὴ
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἐπιστολὴ
-
7 ἐπιστολή
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἐπιστολή
-
8 ἐπιστολή
ἡ ἐπιστολή послание, письмо (ср. лат. epistu1а; эпистолярный); 2. поручение -
9 ἐπιστολή
{сущ., 24}письмо, послание.Ссылки: Деян. 9:2; 15:30; 22:5; 23:25, 33; Рим. 16:22; 1Кор. 5:9; 16:3; 2Кор. 3:1-3; 7:8; 10:9-11; Кол. 4:16; 1Фес. 5:27; 2Фес. 2:2, 15; 3:14, 17; 2Пет. 3:1, 16.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > ἐπιστολή
-
10 επιστολή
{сущ., 24}письмо, послание.Ссылки: Деян. 9:2; 15:30; 22:5; 23:25, 33; Рим. 16:22; 1Кор. 5:9; 16:3; 2Кор. 3:1-3; 7:8; 10:9-11; Кол. 4:16; 1Фес. 5:27; 2Фес. 2:2, 15; 3:14, 17; 2Пет. 3:1, 16.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > επιστολή
-
11 ἐπιστολή
письмо, послание.Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἐπιστολή
-
12 ἐπιστολή
-
13 επιστολή
[эпистоли] ουσ θ письмо. -
14 Καθολική Επιστολή
Καθολική Επιστολή ηСоборное Послание апостолов верующим разных церквей (в Новом Завете)Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко) > Καθολική Επιστολή
-
15 ανατατικος
-
16 εγγραφω
1) вырезывать, начертать, изображать(γράμματα ἐν στήλῃ и ζῷα ἐς τέν ἐσθῆτα Her.)
2) записывать, вписывать(τοὺς νόμους Lys.; ἐν ἐπιστολῇ ἐγγράψασθαι Thuc.)
3) записывать, вносить в списки(εἰς τοὺς ἐφήβους Plat.; εἰς τό ληξιαρχικὸν γραμματεῖον Aeschin.; τοῖς πράκτορσιν Dem.; εἰς τοὺς ἀτίμους Plut.; εἰς τοὺς δημότας ἐγγραφῆναι Dem.)
4) перен. запечатлевать(μέλλουσι τοιαῦται διάνοιαι ἐγγραφήσεσθαι ἀνθρώποις Xen.; med. ἐ. τι μνήμοσιν δέλτοις φρενῶν Aesch.)
-
17 συστατικη
-
18 συστατικος
31) составляющий, входящий в состав(τὰ συστατικὰ μόρια Sext.)
2) рекомендательный(ἐπιστολή Diog.L., NT.)
-
19 υβριστικος
-
20 φιλανθρωπος
- 1
- 2
См. также в других словарях:
ἐπιστολή — anything sent by a messenger fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επιστολή — η (AM ἐπιστολή) [επιστέλλω] γραπτή ανακοίνωση ή μήνυμα, συνήθως σε τυποποιημένο φύλλο χαρτιού, που αποστέλλεται ή επιδίδεται μέσα σε φάκελο νεοελλ. φρ. 1. (αναλόγως τού περιεχομένου) α) «ευχετήρια επιστολή, συλλυπητήρια, απαντητική» κ.λπ. β)… … Dictionary of Greek
ἐπιστολῇ — ἐπιστολῆι , ἐπιστολεύς secretary fem dat sg (epic ionic) ἐπιστολή anything sent by a messenger fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Επιστολή Ιακώβου — Καθολική επιστολή της Καινής Διαθήκης. Γράφτηκε, πιθανότατα, στο διάστημα μεταξύ 40 και 62 μ.Χ., από τον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο, που αναφέρεται ως αδελφός του Ιησού και ο οποίος διετέλεσε πρώτος επίσκοπος των Ιεροσολύμων. Η επιστολή απευθύνεται… … Dictionary of Greek
Επιστολή Ιερεμίου — Προφητικό βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης. Αποτελείται από ένα κεφάλαιο, το οποίο περιέχει επιστολή του προφήτη Ιερεμία προς τους Ιουδαίους «τους αχθησόμενους αιχμαλώτους εις Βαβυλώνα». Σκοπός της επιστολής ήταν να αποτρέψει τους Ιουδαίους από την… … Dictionary of Greek
Επιστολή προς Εβραίους — Μία από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου η οποία σώζεται στον κανόνα της Καινής Διαθήκης. Είναι ιδιότυπη ως προς το περιεχόμενο, τη μορφή και τη γλώσσα και γι’ αυτό η πατρότητά της αμφισβητήθηκε. Ωστόσο, η ομοιότητα της διδασκαλίας της με τη… … Dictionary of Greek
επιστολή — η έγγραφος λόγος προς απόντα, το γράμμα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Επιστολή Ιούδα — Η τελευταία από τις καθολικές επιστολές της Καινής Διαθήκης. Γράφτηκε στο διάστημα μεταξύ 62 και 70 μ.Χ., από τον Ιούδα, έναν από τους λεγόμενους αδελφούς του Ιησού. Απευθύνεται στους χριστιανούς και τους καλεί να υπερασπίζονται σθεναρά την πίστη … Dictionary of Greek
Εβραίους, επιστολή προς- — Μία από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου, γραμμένη σε εξαιρετικά γλαφυρό ύφος. Εξαιτίας της ιδιομορφίας της ως προς το περιεχόμενο, τη μορφή και τη γλώσσα, αμφισβητήθηκε η προέλευσή της καθώς και ο χρόνος της συγγραφής της. Παρ’ όλα αυτά, η… … Dictionary of Greek
Διόγνητον, επιστολή προς- — Απολογητική χριστιανική πραγματεία του 2ου αι. μ.Χ. σε τύπο επιστολής. Ο συγγραφέας της παραμένει άγνωστος. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του περιεχομένου της επιστολής είναι ότι o συγγραφέας απορρίπτει την ελληνική και την ιουδαϊκή θρησκευτική… … Dictionary of Greek
ἐπιστολαῖς — ἐπιστολή anything sent by a messenger fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)