-
1 εμείς
[эмис] αντ. κροσ. мы.Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > εμείς
-
2 мы
(нас, нам, нас, нами, о нас) προσωπική αντωνυμία.1. πλθ. (ενκ. я) εμείς•мы победим εμείς θα νικήσομε.
|| σημαίνει, ομάδα ανθρώπων συμπεριλαμβανομένου και του ομιλούντος•нас было трое εμείς ήμασταν τρεις•
мы с тобой εμείς οι δυο, εγώ και σΰ.
2. χρησιμοποιείτε αντί του «Я» (ενκ.)• как мы уже говорили выше όπως ήδη εμείς είπαμε παραπάνω (αντί: εγώ είπα)•мы себя покажем θα δείζομε ποιοι είμαστε (αντί: θα δείξω).
|| εξ ονόματος του μονάρχη: εμείς (αντί του εγώ). || χρησιμοποιείται αντί: «ты», «вы»; как мы себя чувствуем? πως αισθανόμαστε; (αντί: πως αισθάνεστε;). -
3 схватить
-ачу, -атишь, παθ. μτχ. παρλθ. χρ. схваченный, βρ: -чен, -а, -оρ.σ.μ.1. πιάνω, συλλαμβάνω, αρπάζω, τσακώνω•схватить за руку πιάνω από το χέρι•
схватить за ворот ή за шиворот πιάνω από το γιακά•
схватить за горло πιάνω από το λαιμό•
схватить нож αρπάζω το μαχαίρι•
-ли беглого συνέλαβαν το δραπέτη•
его -ла лихорадка τον έπιασε μεγάλος πυρετός•
схватить болезнь αρπάζω αρρώστια•
схватить насморк αρπάζω συνάχι.
2. περιδένω•схватить платье в талии лн-точкой πιάνω το φόρεμα στη μέση με κορδελί-τσα.
3. συνδέω, ενώνω, στεργιώνω.4. αμ. σφίγγω, δένω•бетон быстро -ло το μπετό έπιασε (έδεσε) γρήγορα.
5. μτφ. κυριεύω, παίρνω•его -ил крепкий сон τον έπιασε βαθύς ύπνος.
|| μτφ. σημειώνω, παρατηρώ, πιάνω.6. καταλαβαίνω, εννοώ, αντιλαμβάνομαι γρήγορα•схватить основную мысль πιάνω γρήγορα το βασικό νόημα.
1. πιάνομαι•мы -лись за руки εμείς πιαστήκαμε χέρι με χέρι•
мы -лись за ружья εμείς αρπάξαμε (πήραμε) τα όπλα.
|| κρατιέμαι•чтобы не упасть, он -лся за железо για να μην πέσει, αυτός πιάστηκε από τη σιδεριά.
|| μτφ. προσκολλιέμαι, αγκιστρώνομαι•он -лся за слово αυτός πιάστηκε από μια λέξη.
2. μάχομαι, αγωνίζομαι• τσακώνομαι• αρπάζομαι•мы -лись в рукопашную εμείς ήρθαμε (πιαστήκαμε) στα χέρια•
они -ли.сь драться αυτοί αρπάχτηκαν (τσακώθηκαν).
3. θυμούμαι ξαφνικά.4. σηκώνομαι απότομα, αναπηδώ•он -лся с кровати αυτός σηκώθηκε απότομα από το κρεβάτι.
5. σκληρύνομαι, σφίγγω, δένω (για ουσίες).εκφρ.схватить за голову – τραβώ τα μαλλιά μου (για λάθος μου, αποτυχία,.κακό). -
4 вы
вы (вас, вам, вами, о вас ) εσείς вы готовы? είστε έτοι μοι; вы там будете? θα είστε εκεί; это сделали мы, а не вы το κάναμε εμείς, όχι σεις* у вас есть (нет ) έχετε (δεν έχετε) для вас για σας' это вам? είναι για σας; это при надлежит вам αυτό σας ανή κει я рад вас видеть χαίρω που σας βλέπω он вами доволен είναι ευχαριστημένος μαζί σας; он нам расскажет о вас θα μας μιλήσει για σας* * *(вас, вам, вами, о вас)вы гото́вы? — είστε έτοιμοι
вы там бу́дете? — θα είστε εκεί
э́то сде́лали мы, а не вы — το κάναμε εμείς, όχι σεις
э́то вам? — είναι για σας
э́то принадлежи́т вам — αυτό σας ανήκει
он ва́ми доволе́н — είναι ευχαριστημένος μαζί σας
он нам расска́жет — о вас θα μας μιλήσει για σας
-
5 когда-либо
когда-либо, когда-нибудь 1) (в будущем) κάποτε, καμιά φορά \когда-либо поедем и мы κάποτε θα πάμε κι εμείς 2) (в прошлом) ποτέ, καμιά φορά вы \когда-либо были в Афинах? ήσαστε ποτέ στην Αθήνα;* * *= когда-нибудь1) ( в будущем) κάποτε, καμιά φοράкогда́-либо пое́дем и мы — κάποτε θα πάμε κι εμείς
2) ( в прошлом) ποτέ, καμιά φοράвы когда́-либо бы́ли в Афи́нах? — ήσαστε ποτέ στην Αθήνα
-
6 мы
мы (нас, нам, нами, о нас) εμείς· мы готовы είμαστε έτοιμοι* нас не было дома δεν είμαστε σπίτι; у, нас есть... έχουμε....* у нас нет... δεν έχουμε...' не забывайте нас μη μας ξεχνάτε' дайте нам два билета δώστε μας δυο εισιτήρια' где нам выходить? ( από) πού πρέπει να βγούμε; приходите к нам ελάτε σ' εμάς' пойдёмте с нами ελάτε μαζί μας' вы довольны нами? Είστε ευχαριστημένοι από μας (или μαζί μας); это принадлежит нам αυτό μας ανήκει* он вам расскажет о нас θα σας μιλήσει για μας* * *(нас, нам, нами, о нас)мы гото́вы — είμαστε έτοιμοι
нас не́ было до́ма — δεν είμαστε σπίτι
у нас есть… — έχουμε…
у нас нет… — δεν έχουμε…
не забыва́йте нас — μη μας ξεχνάτε
да́йте нам два биле́та — δώστε μας δυο εισιτήρια
где нам выходи́ть? — (από) πού πρέπει να βγούμε
приходи́те к нам — ελάτε σ'εμάς
пойдёмте с на́ми — ελάτε μαζί μας
вы дово́льны на́ми? — είστε ευχαριστημένοι από μας (или μαζί μας)
э́то принадлежи́т нам — αυτό μας ανήκει
он вам расска́жет о нас — θα σας μιλήσει για μας
-
7 они
они (н)их, (н)им, (н)ими, о них) αυτοί, αυτές, αυτά· они там ' будут ( αυτοί) θα είναι εκεί· это сделали мы. а не они το κάναμε εμείς και όχι εκείνοι· их не было дома έλειπαν, δεν ήτανε σπίτι* мы были у них ήμαστε σ' αυτούς* я им напишу θα τους γράψω γράμμα* пойдём к ним πάμε σ' αυτούς, πάμε να τους δούμε· перевод сделан ими τη μετάφραση την κάνανε αυτοί* пойдём с ними πάμε μαζί τους, πάμε μ' αυτούς; я узнал о них много интересного έμαθα πολλά ενδιαφέροντα γι' αυτούς* * *((н)их, (н)им, (н)ими, о них)αυτοί, αυτές, αυτάони́ там бу́дут — (αυτοί) θα είναι εκεί
э́то сде́лали мы, а не они́ — το κάναμε εμείς και όχι εκείνοι
их не́ было до́ма — έλειπαν, δεν ήτανε σπίτι
мы бы́ли у них — ήμαστε σ'αυτούς
я им напишу́ — θα τους γράψω γράμμα
пойдём к ним — πάμε σ'αυτούς, πάμε να τους δούμε
перево́д сде́лан и́ми — τη μετάφραση την κάνανε αυτοί
пойдём с ни́ми — πάμε μαζί τους, πάμε μ'αυτούς
я узна́л о них мно́го интере́сного — έμαθα πολλά ενδιαφέροντα γι'αυτούς
-
8 мы
мы(нас, нам, нами) мест. личн. ἐμείς, ήμεϊς:мы с вами поедем вместе μαζί θά πᾶμε· у нас есть... Εχουμε..:в это время нас не бывает дома τήν ῶρα αὐτή δέν είμαστε σπίτι· нас это не устраивает αὐτό δέν μας συμφέρει (или δέν μας βολεύει)· приходите к нам ἐλᾶτε σέ μᾶς· работа сделана нами αὐτή τή δουλειά τήν ἐκάναμε ἐμεϊς· он говорит о нас μιλάει γιά μας. -
9 присказка
литер. η προεισαγωγή/αρχή ή ο επίλογος/το τέλος του μύθου, παραμυθιού (π.χ. στην αρχή «μια φορά κι έναν καιρό» και στον επίλογο «και ζούσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα»).Русско-греческий словарь научных и технических терминов > присказка
-
10 далекий
далек||ийприл1. μακρινός, μακρυνός/ παλιός, παλαιός, ἀπώτερος (о времени):\далекийое прошлое τό μακρινό παρελθόν \далекийое будущее τό ἀπώτερο μέλλον \далекийая старина τά πανάρχαια χρόνια·2. перен (чуждый) ξένος, ἄσχετος:они́ далеки́ от наших интересов εἶναι ξένοι πρός τά συμφέροντα μας· мы \далекийие друг дру́гу люди ἐμεΐς είμαστε διαφορετικοί ἀνθρωποι, ἄσχετοι ὁ ἕνας προς τόν ἀλλον вы далеки́ от истины είσθε μακρυά ἀπό τήν ἀλήθεια· ◊ он не очень \далекий человек ἄνθρωπος περιορισμένης ἀντίληψης. -
11 но
но I1. союз ἀλλά, ὀμως, μά (в уступительном предложении пропускается):хотя и шел дождь, но мы выехали παρ· ὀλο πού ἐβρεχε, ἐμεϊς ἀναχωρήσαμε· здоров, но худ ὑγειής ἀλλά ἀδύνατος· не только..., но и... ὄχι μόνον, ἀλλά· но все-таки κι ὀμως, μολαταύτα, καί ὀμως·2. с:тут есть маленькое «но» ὑπάρχει ἐδῶ ἕνα μικρό «άλλά».но IIмежд (понукание) ἄϊντε, μπρος. -
12 оба
обачисл. собир. καί οἱ δύο, ἀμφότεροι:мы \оба ἐμεϊς (καί) οἱ δυό· с обеих сторон κι ἀπό τίς δυό πλευρές· в обоих случаях καί στίς δυό περιπτώσεις· ◊ смотреть в \оба (быть настороже) ἔχω τά μάτια μου τέσσερα. -
13 ограничиваться
ограничивать||сяπεριορίζομαι, ἀρκούμαι:мы этим не ограничимся ἐμείς δέν θά περιοριστούμε σ' αὐτό. -
14 по-нашему
по-нашемунареч1. (о мнении) κατά τήν γνώμη μας·2. (о желании) ὅπως θέλουμε ἐμεϊς·3. (как у нас) ὅπως σέ μᾶς, ὅπως τά δικά μας, σύμφωνα μέ τά δικά μας ἔθιμα. -
15 расквитаться
расквита||тьсясов прям., перен (с кем-л.) разг ἐξσιρλώ (μέ κάποιον), πα-τσίζω:мы с ним \расквитатьсялись ἐμείς ξωφλήσαμε τους λογαριασμούς μας μ' αὐτόν, είμαστε πάτσι. -
16 секрет
секретм1. τό μυστικο[ν], τό κρυφό:по \секрету ὑπό ἐχεμύθειαν, κρυφά· сообщить, сказать что́-л. под большим \секретом λέγω κάτι ὑπό ἀπόλυτη ἐχεμύθειαν держать в \секрете φυλάγω (или κρατώ) μυστικό· выдавать \секрет προδίδω τό μυστικό·2. воен. τό προ(κε)χωρημένο φυλάκιο· ◊ \секрет полишинеля ирон. τό κοινό μυστικό, ὁ κόσμος τώχει τούμπανο κ' ἐμεϊς κρυφό καμάρι. -
17 также
такженареч ἐπίσης:мы \также согласны καί μεϊς είμαστε σύμφωνοι, κι ἐμεϊς ἐπίσης συμφωνούμε. -
18 там
там1. нареч ἐκεΐ, ἐκεῖ κάτω:мы бу́-дем \там послезавтра ἐμείς θά είμαστε ἐκεί μεθαύριο· \там и сям ἐδῶ κι ἐκεΐ· \там же (при ссылках в книгах) στό ἰδιο μέρος·2. частица (с оттенком сомнения, пренебрежения):какие \там занятия! разг τί μαθήματα μοῦ λές!· ◊ что бы \там ни было ὅπως καί νά ἔχει τό πράγμα, ὁτιδήποτε κι ᾶν συνέβηκε· \там видно будет μετά βλέπουμε· какое \там! (ничего подобного) разг ποῦ τέτοιο πράγμα!· ну бери, чего́ \там! πάρε, μήν ντρέπεσαι! -
19 тешиться
тешить||ся1. (забавляться) διασκεδάζω (άμετ.), ψυχαγω-γοῦμαι:милые бранятся \тешиться только тешатся погов. ^ ἐμεϊς κι ἄν ἐμαλώσαμε πάλι θ' ἀγαπηθοδμε·2. (утешаться) παρηγο-ριέμαι, βαυκαλίζομαι· ◊ \тешитьсяся мыслью παρηγοριέμαι μέ τή σκέψη. -
20 усы
усымн. (ед. ус м)1. τό μουστάκι·2. см. у́сики 2, 3· ◊ по усам текло́, а в рот не попало погов. ζήσανε αὐτοί καλά κι· ἐμείς καλλίτερα
См. также в других словарях:
ἐμεῖς — ἐμέω vomit fut ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) ἐμέω vomit pres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κἀμεῖς — ἐμεῖς , ἐμέω vomit fut ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) ἐμεῖς , ἐμέω vomit pres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… … Dictionary of Greek
Sprachvergleich anhand des Vaterunsers — Vergleich der Vaterunser Texte in Sanskrit und Kaschmirisch, um 1850 Das „Vaterunser“ wird in der vergleichenden Sprachwissenschaft gelegentlich zu Hilfe gezogen, um verwandte Idiome miteinander zu vergleichen. Inhaltsverzeichnis … Deutsch Wikipedia
ημείς — (AM ἡμεῑς) ονομ. πληθ. τής προσ. αντων. εγώ. [ΕΤΥΜΟΛ. Οι τ. τής ονομ. (ιων. αττ. ἡμεῖς, δωρ. ἁμές, αιολ. ἄμμες) προήλθαν, όπως και στη λατ. (ονομ., αιτ. nos), από το θ. τής αιτ. (ιων. αττ. ἡμέ , δωρ. ἁμέ , αιολ. ἄμμε ) + κατάλ. τών ον. ες (ἡμέ ες … Dictionary of Greek
PAS Giannina F.C. — PAS Giannina Full name Πανηπειρωτικός Αθλητικός Σύλλογος Γιάννινα (Panepirotic Athletic Association Giannina) Nickname(s) Ajax of Epirus Pagourades (Canteen Men) Founded … Wikipedia
Famous Macedonia — Μακεδονία Ξακουστή English: Famous Macedonia Makedonía Ksakustí Regional anthem of Macedonia (unofficial) … Wikipedia
Известная Македония — (греч. Μακεδονία ξακουστή Maкeдoниа ксaкусти) патриотическая песня, считающаяся неофициальным гимном греческой провинции Македония. Она ассоциируется с «Македонской борьбой за свободу» (Македонмахи). До начала 24 часового радиовещания … Википедия
εγώ — Προσωπική αντωνυμία του πρώτου προσώπου, με την οποία αυτός που μιλά ή γράφει ορίζει τον εαυτό του, σε αντιδιαστολή προς το εσύ (δεύτερο πρόσωπο) και το αυτός (τρίτο πρόσωπο). (Φιλοσ.) Στη σύγχρονη φιλοσοφία η αντωνυμία ε. ως ουσιαστικό… … Dictionary of Greek
Eurovision Song Contest 1996 — 41. Eurovision Song Contest Datum 18. Mai 1996 Austragungsland Norwegen … Deutsch Wikipedia
Concours Eurovision De La Chanson 1996 — 41e Concours Eurovision de la chanson Finale 18 mai 1996 Présentateurs Ingvild Bryn Morten Harket Télédiffuseur hôte … Wikipédia en Français