Перевод: со всех языков на греческий
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский
γελᾶσθαι
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
γελᾶσθαι — γελάω laugh pres inf mp γελάω laugh fut inf mid … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τλητός — και δωρ. τ. τλατός, ή, όν, Α 1. τλητικός* («τλητὸν γὰρ Μοῑραι θυμὸν θέσαν ἀνθρώποισιν», Ομ. Ιλ.) 2. (με παθ. σημ.) (πάντοτε με άρνηση) αυτός τον οποίο μπορεί κανείς να υπομείνει, υποφερτός («οὐ γὰρ γελᾱσθαι τλητὸν ἐξ ἐχθρῶν, φίλαι», Ευρ.).… … Dictionary of Greek