-
1 βάτραχος
[ватрахос] ουσ. а. лягушка.Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > βάτραχος
-
2 лягушка
-
3 жаба
зоол. φρύνος ο κοινός, разг. о μεγάλος βάτραχος, ο φρύνοςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > жаба
-
4 лягушка
ο βάτραχος.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > лягушка
-
5 жаба
жаба Iж зоол. ὁ φρΰνος, ἡ μπράσκα, ὁ βάτραχος.жаба IIж:грудная \жаба мед. ἡ στηθάγχη. -
6 лягушка
лягу́шкаж ὁ βάτραχος, ὁ βάθρακας, ὁ μπάκακας. -
7 лягушка
[λιγκούσκα] ουσ. θ. βάτραχος -
8 лягушка
[λιγκούσκα] ουσ θ βάτραχος -
9 древесница
-ы θ.1. βάτραχος πράσινος.2. κάμπια (τρεφόμενη από ξύλο). -
10 жаба
-
11 квакша
-и θ.βάτραχος των δέντρων. -
12 лягва
-ы θ. (διαλκ.) βάτραχος. -
13 лягушка
-и θ.βάτραχος, -άχι. -
14 острорылый
επ.οξύρρυγχος•острорылый кит οξύρρυγχη φάλαινα•
-ая лягушка οξΰρρυγχος βάτραχος.
См. также в других словарях:
Βάτραχος — frog masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βάτραχος — frog masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βάτραχος — (rana). Αμφίβιο που ανήκει στο γένος ράνη της οικογένειας των ρανίδων. Το πιο γνωστό είδος στην Ευρώπη είναι ο β. ο κοινόςπράσινοςεδώδιμος. Ο λαός τον αποκαλεί και βατράχι, βαθράκι, βαθρακό, μπάκακα και βάθρακα. Το στόμα του είναι πολύ ευρύ και… … Dictionary of Greek
βάτραχος — ο μικρό αμφίβιο τετράποδο ζώο: Κολυμπάει σαν βάτραχος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Βατράχω — Βάτραχος frog masc nom/voc/acc dual Βάτραχος frog masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βατράχω — βάτραχος frog masc nom/voc/acc dual βάτραχος frog masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βατράχοιο — Βάτραχος frog masc gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βατράχοιο — βάτραχος frog masc gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βατράχοις — Βάτραχος frog masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βατράχοις — βάτραχος frog masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βατράχοισι — Βάτραχος frog masc dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)