-
1 αγκίστρι(ον)
το (рыболовный) крючок; удочка;§ πιάνομαι στ· αγκίστρι(ον) прям., перен. — попадаться на удочку
-
2 αγκίστρι(ον)
το (рыболовный) крючок; удочка;§ πιάνομαι στ· αγκίστρι(ον) прям., перен. — попадаться на удочку
-
3 Αγκίστρι
-
4 αγκίστρι
[ангисгри] ουσ. о. удочка.Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > αγκίστρι
-
5 αγκίστρι
[ангисгри] ουσ ο удочка. -
6 άγκιστρο(ν)
τό1) см. αγκίστρι[ον]; 2) крюк, багор -
7 άγκιστρο(ν)
τό1) см. αγκίστρι[ον]; 2) крюк, багор -
8 ანკესი
წილკავი რკინისა, წურილი ნემსკავი, удица, Ἄγκιστρι.Грузинский толковый словарь с русскими комментариями > ანკესი
См. также в других словарях:
αγκίστρι — Μικρός μεταλλικός γάντζος, συνήθως από ατσάλι, που, εφοδιασμένος με δόλωμα, χρησιμοποιείται για ψάρεμα. Έχει μια ή περισσότερες ακίδες (κεντρίδες) και από το άλλο άκρο του, που μπορεί να είναι πεπλατυσμένο ή να έχει δακτύλιο, είναι δεμένο στην… … Dictionary of Greek
αγκίστρι — το ιού, το γνωστό εργαλείο ψαρικής … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αλιεία — Πλουτοπαραγωγικός πόρος μιας χώρας που προέρχεται από τη συλλογή και την εμπορία ψαριών. Δραστηριότητα του ανθρώπου που αποβλέπει στη θήρα ψαριών και άλλων ειδών που ζουν μέσα στα νερά. Η δραστηριότητα αυτή είναι πανάρχαια –μόνη προγενέστερή της… … Dictionary of Greek
αγκιστρώνω — (AM ἀγκιστροῡμαι, όομαι) 1. συλλαμβάνω με αγκίστρι 2. τοποθετώ δόλωμα σε αγκίστρι 3. δίνω σε κάτι το σχήμα αγκίστρου, κάμπτω 4. κρεμώ κάτι από άγκιστρο, γαντζώνω νεοελλ. μσν. έλκω, αιχμαλωτίζω αρχ. 1. (για τόξα) εφοδιάζομαι με βέλη 2 (για ψάρια)… … Dictionary of Greek
ξαγκιστρώνω — ξαγκίστρωσα, ξαγκιστρώθηκα, ξαγκιστρωμένος 1. απαγκιστρώνω, βγάζω από το αγκίστρι: Ξαγκίστρωσα το ψάρι κι έριξα τ αγκίστρι στη θάλασσα. 2. το μέσ., ξαγκιστρώνομαι βγαίνω από το αγκίστρι, απαγκιστρώνομαι: Πιάστηκε το ψάρι, μα ξαγκιστρώθηκε πριν το … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Angistri — Infobox Greek Isles name = Angistri native name = Αγκίστρι skyline = Beach of Skala.jpg sky caption = Skala is one of the few sand beaches on Angistri coordinates = coord|37|42|N|23|20|E chain = Saronic Islands isles = area = 13.367 highest mount … Wikipedia
Agistri — Gemeinde Angistri Κοινότητα Αγκιστρίου (Αγκίστρι) DEC … Deutsch Wikipedia
Angistri — Gemeinde Angistri Δήμος Αγκιστρίου (Αγκίστρι) … Deutsch Wikipedia
Angistri — αγκίστρι (el) Géographie Pays … Wikipédia en Français
αγκίστρωμα — το [αγκιστρώνω] 1. σύλληψη, πιάσιμο ψαριού στο αγκίστρι 2. τοποθέτηση δολώματος σε αγκίστρι 3. ανάρτηση από άγκιστρο, γάντζωμα … Dictionary of Greek
αγκιστριά — η [αγκίστρι] 1. το ρίξιμο τής πετονιάς στη θάλασσα 2. τα ψάρια που πιάνονται κάθε φορά στο αγκίστρι … Dictionary of Greek