Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

Κυριακή

См. также в других словарях:

  • Κυριακή — I Ημέρα της εβδομάδας. Η λέξη σημαίνει ημέρα του Κυρίου, την οποία οι χριστιανοί οφείλουν να αφιερώνουν στον Κύριο. Κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, η Κ. ήταν ημέρα αφιερωμένη μόνο στην Ανάσταση του Ιησού, γιατί οι χριστιανοί τηρούσαν… …   Dictionary of Greek

  • Κυριακή — η 1. η πρώτη ημέρα της βδομάδας. 2. γυναικείο κύριο όνομα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κυριακῇ — κῡριακῇ , κυριακός of fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κυριακή — κῡριακή , κυριακός of fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τελώνη και Φαρισαίου Κυριακή — Ονομασία η οποία δόθηκε από την Ανατ. Ορθόδοξη Εκκλησία στην Κυριακή με την οποία αρχίζει το λεγόμενο Τριώδιο και η οποία αποτελεί, κατά κάποιο τρόπο, προοίμιο της Σαρακοστής. Η ονομασία οφείλεται στο γεγονός, ότι την Κυριακή αυτή διαβάζεται… …   Dictionary of Greek

  • Ορθοδοξίας, Κυριακή — Η πρώτη Κυριακή της Τεσσαρακοστής, επειδή την ημέρα αυτή έγινε η αναστήλωση των εικόνων από την αυτοκράτειρα Θεοδώρα (842) …   Dictionary of Greek

  • Αγία Κυριακή — Ονομασία δεκατεσσάρων οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 220 μ., 195 κάτ.) του νομού Κιλκίς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Χέρσου. 2. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 339 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριφυλίας του νομού Μεσσηνίας. Υπάγεται… …   Dictionary of Greek

  • DOMINICA — I. DOMINICA seu Dies Dominicus, prima hebdomadis dies, Dies lucis et Dies panis Chrisost. de Resurr. Regina et princeps dierum, Iacobo; dierum Domina Sophron. Dies pacis. Theod. Studitae: Graecis Κυριακὴ, Α᾿ναςτάσιμος, βασιλὶς καὶ ὕπατος τῶ… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ВОСКРЕСЕНЬЕ — [Церковнослав. ; греч. κυριακή; лат. dominica], один из дней недели, в христ. Церкви празднуемый как день Воскресения Иисуса Христа. Наименования В. Совр. рус. слова «воскресенье» и «воскресение» напрямую связаны по смыслу с празднуемым в этот… …   Православная энциклопедия

  • Πάσχα — Μια από τις μεγαλύτερες θρησκευτικές γιορτές της χριστιανοσύνης, η οποία γίνεται σε ανάμνηση του θανάτου και της Ανάστασης του Χριστού. Αρχικά ήταν εβραϊκή γιορτή (ο όρος προέρχεται από το εβραϊκό πεσάχ = διάβαση), που συνδεόταν με τη βιβλική… …   Dictionary of Greek

  • Liste griechischer Phrasen/Kappa — Kappa Inhaltsverzeichnis 1 Καὶ εἶδον οὐρανὸν καινὸν καὶ γῆν καινήν· …   Deutsch Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»