Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

Δημοσθένης

См. также в других словарях:

  • Δημοσθένης — masc acc pl (attic epic doric) Δημοσθένης masc nom/voc pl (doric aeolic) Δημοσθένης masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δημοσθένης — I (Αθήνα 384 – Καλαυρία 322 π.Χ.). Αθηναίος πολιτικός και ρήτορας. Προερχόταν από εύπορη οικογένεια. Έμεινε ορφανός από πατέρα σε ηλικία επτά ετών. Οι καταχρήσεις των κληρονόμων του πατέρα του τον ανάγκασαν σε νεαρή ηλικία να αγωνιστεί δικαστικά… …   Dictionary of Greek

  • Βουτυράς, Δημοσθένης — (Κωνσταντινούπολη 1871 – Αθήνα 1958). Διηγηματογράφος, από τους σημαντικότερους της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Οι γονείς του κατάγονταν από την Κέα· βρέθηκαν για λίγο στην Κωνσταντινούπολη, όπου γεννήθηκε και ο συγγραφέας, και μετά γύρισαν στην… …   Dictionary of Greek

  • Τσιβανόπουλος, Δημοσθένης — (Σπάρτη 1838 – Μαρούσι, Αθήνα 1921). Δικαστικός, εισαγγελέας του Aρείου Πάγου. Μετά τις σπουδές του, πέρασε όλα τα στάδια του τακτικού δικαστή έως και τον βαθμό του αντιπροέδρου του Aρείου Πάγου. Διετέλεσε εισαγγελέας (1892 11) και αποχώρησε από… …   Dictionary of Greek

  • Αλεξιάδης, Δημοσθένης — (Σύρος 1839 – Αθήνα 1916). Έλληνας ηθοποιός. Από τους πρώτους του νεοελληνικού θεάτρου, ίδρυσε το 1866 θίασο μαζί με τον Αρνιωτάκη και περιόδευσε στις ελληνικές παροικίες του εξωτερικού (Αλεξάνδρεια, Οδησσό κ.ά.). Από τα ελληνικά έργα δίδαξε… …   Dictionary of Greek

  • Βαλαβάνης, Δημοσθένης — (Καρύταινα 1824 – Αθήνα 1854). Έλληνας ποιητής. Είχε αρχίσει να σπουδάζει ιατρική, αλλά οι βιοποριστικές ανάγκες τον ανάγκασαν να την εγκαταλείψει. Στην ποίησή του, που κινείται μέσα στο κλίμα της Αθηναϊκής Σχολής, ακολουθεί τη γνήσια γραμμή του… …   Dictionary of Greek

  • Κούρτοβικ, Δημοσθένης — (Αθήνα 1948 –). Βιολόγος, ανθρωπολόγος και λογοτέχνης. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο οποίο αναγορεύτηκε διδάκτορας και συνέχισε τις σπουδές του σε πανεπιστήμια της Γερμανίας και της Πολωνίας. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη λογοτεχνία… …   Dictionary of Greek

  • Οικονομίδης, Δημοσθένης — (Αργυρούπολη Πόντου 1858 – 1938). Φιλόλογος και γλωσσολόγος. Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη, στο Μόναχο και στη Λειψία. Διετέλεσε καθηγητής, διαδοχικά της Μεγάλης του Γένους Σχολής, συντάκτης του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσας της… …   Dictionary of Greek

  • Δημοσθένει — Δημοσθένης masc nom/voc/acc dual (attic epic) Δημοσθένεϊ , Δημοσθένης masc dat sg (epic ionic) Δημοσθένης masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δημοσθένη — Δημοσθένης masc nom/voc/acc dual (doric aeolic) Δημοσθένης masc acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δημοσθενοῖν — Δημοσθένης masc gen/dat dual (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»