-
1 secundocerius
чиновник второго класса, следующий за т. н. primicerius (1. 4 C. 12, 17. 1. 70. 12, 24). $Латинско-русский словарь к источникам римского права > secundocerius
См. также в других словарях:
σεκουνδοκέριος — και σεκουνδικήριος, ο, ΝΜ (στο Βυζ.) υπαρχηγός στρατιωτικού σώματος, ο δεύτερος στην τάξη μετά τον πριμικήριο. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. secundocerius] … Dictionary of Greek