-
1 cosmozoic
Психоанализ: космозоистический -
2 cosmozoic
См. также в других словарях:
cosmozoic — |käzmə|zōik adjective Etymology: cosm + zoic : of or relating to the hypothetical origination of life in or from outer space cosmozoic theories … Useful english dictionary
cosmozoic — cos·mo·zo·ic … English syllables
κοσμοζωικός — ή, ό φρ. βιολ. «κοσμοζωική θεωρία» μία από τις θεωρίες για την ερμηνεία τής προέλευσης τής ζωής κατά την οποία η ζωή μεταφέρθηκε στη Γη από το κοσμικό διάστημα με τη μορφή ανθεκτικών σπορίων ή αστροπλαγκτού. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ.… … Dictionary of Greek