-
1 λεχώϊος
λεχώϊος, die Kindbetterinn betreffend; λοετρά, Ap. Rh. 2, 1014; κόραι τῇ παιδὶ λεχώϊα δῶρα φέρουσαι, Diosc. (VII, 166); Ῥείης λεχώϊον, der Ort wo Rhea niederkam, Callim. Iov. 14.
-
2 λεχώϊος
λεχώϊος, die Kindbetterin betreffend; Ῥείης λεχώϊον, der Ort wo Rhea niederkam
См. также в других словарях:
APIDANENSES — Arcades. Dionysius. Ἀρκάδες Ἀπιδανῆες ὑπό σκοπτὴν Ἐρυμάνθου. Ubi alii Ἀπιδανῆος legunt, ut referatur ad montem Erymanthum. Cur vero Arcades pisi, aut mons ille sic dicatur, haud satis constat. Eustathius quidem ab Apide quodam, qui ex Epiro… … Hofmann J. Lexicon universale
λεχώος — α, ο (Α λεχώϊος, ον, θηλ. και λεχωϊάς) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη λεχώνα ή στην περίοδο τής λοχείας (α. «νύμφη λεχωϊάς» λεχώνα, Νόνν. β. «λεχώϊα δῶρα» τα δώρα που προσφέρονταν σε λεχώνα, Νίκαρχ.) αρχ. το ουδ. ως ουσ. τὸ λεχώϊον ο τόπος… … Dictionary of Greek
οβριμόπαις — ὀβριμόπαις, αιδος, ὁ, ἡ (Α) αυτός που έχει ισχυρά παιδιά («Ρείης ὀβριμόπαιδος», Νόνν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄβριμος «ισχυρός, δυνατός» + παῖς] … Dictionary of Greek