Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ίχνιον

См. также в других словарях:

  • ίχνιον — ἴχνιον, τὸ (Α) [ίχνος] (υποκορ. τού ίχνος) 1. το πάτημα τού ποδιού, η πατημασιά 2. ίχνος, απομεινάρι, λείψανο («προτέρης ἴχνιον ἀγλαΐης», Ανθ. Παλ.) 3. φρ. α) «ἴχνιον ἑδράζομαι» στηρίζω το πόδι β) «μετ ἴχνια βαίνω» ή «κατ ἴχνια ἐφέπομαι» ακολουθώ …   Dictionary of Greek

  • ἴχνιον — track neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰχνίοις — ἴχνιον track neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰχνίων — ἴχνιον track neut gen pl ἴχνος track neut gen pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἴχνια — ἴχνιον track neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπυρίχνιον — τὸ, Α μικρή σπυρίδα, καλαθάκι. [ΕΤΥΜΟΛ. < σπυρίς «καλάθι» + επίθημα ίχνιον (πρβλ. κυλ ίχνιον, πολ ίχνιον)] …   Dictionary of Greek

  • πανίχνιον — τὸ, Α στον πληθ. τά πανίχνια το σύνολο τών ιχνών τού θηρευόμενου θηρίου («μυξωτῆρσι κύνες δὲ πανίχνια σημήναντο», Οππ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + ἴχνιον (< ἴχνος), πρβλ. εν ίχνιον] …   Dictionary of Greek

  • Ichnite — An ichnite (Greek ιχνιον ( ichnion ) a track, trace or footstep) is a fossilised footprint. This is a type of trace fossil. Over the years, many ichnites have been found, around the world, giving important clues about the behaviour (and foot… …   Wikipedia

  • Ichnite — Une impression inversée d une ichnite d un Jialingpus yuechiensis, en exposition au Musée de Paléontologie de Chine. Une ichnite (du grec ιχνιον (ichnion) : « trace », « trace de pied ») est une empreinte de pied… …   Wikipédia en Français

  • ίχνος — το (AM ἴχνος) 1. το αποτύπωμα τού ποδιού στο έδαφος, πατημασιά, χνάρι 2. κάθε σημάδι, αποτύπωμα ή άλλη ένδειξη που αφήνει κάποιο αντικείμενο («ίχνη τροχών») 3. μτφ. για αφηρημένες έννοιες) υπόλειμμα, λείψανο, απομεινάρι (α. «ίχνη πανάρχαιου… …   Dictionary of Greek

  • ανιχνίαστος — ον [ίχνιον] ο ανεξιχνίαστος* …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»