Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

Ὄσῑρις

См. также в других словарях:

  • Ὄσιρις — Osiris fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὄσιρις — poet s cassia fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Όσιρις — Αιγυπτιακή θεότητα, η λατρεία της οποίας απέκτησε σημασία κυρίως από τα τέλη του Αρχαίου Βασιλείου. Η προέλευση της όμως είναι πολύ πιο αρχαία: ανάγεται σε ένα τυπικό ον των μυθολογιών που διαμορφώθηκαν στο περιβάλλον πρωτόγονων καλλιεργητών. Οι… …   Dictionary of Greek

  • όσιρις — Αιγυπτιακή θεότητα, η λατρεία της οποίας απέκτησε σημασία κυρίως από τα τέλη του Αρχαίου Βασιλείου. Η προέλευση της όμως είναι πολύ πιο αρχαία: ανάγεται σε ένα τυπικό ον των μυθολογιών που διαμορφώθηκαν στο περιβάλλον πρωτόγονων καλλιεργητών. Οι… …   Dictionary of Greek

  • Ὀσίριδα — Ὄσιρις Osiris fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀσίριδα — ὄσιρις poet s cassia fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὀσίριδι — Ὄσιρις Osiris fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀσίριδι — ὄσιρις poet s cassia fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὀσίριδος — Ὄσιρις Osiris fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀσίριδος — ὄσιρις poet s cassia fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὄσιρι — Ὄσιρις Osiris fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»