Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ὄλοιτο

См. также в других словарях:

  • ὄλοιτο — ὄλλυμι destroy aor opt mid 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὄλοιθ' — ὄλοιτο , ὄλλυμι destroy aor opt mid 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὄλοιτ' — ὄλοιτο , ὄλλυμι destroy aor opt mid 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πάνριζος — ον, Α σύρριζα, ο με όλες του τις ρίζες («ὄλοιτο πάνριζον γένος» να χαθεί όλη η γενιά, απ τη ρίζα, επιγρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + ριζος (< ῥίζα), πρβλ. αργυρό ριζος] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»