Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ὁ+νικηθείς

См. также в других словарях:

  • νικηθείς — νῑκηθείς , νικάω conquer aor part pass masc nom/voc sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καταγεύομαι — (AM) μσν. παθ. (κατά τον Φώτ.) «καταγευσθείς τῇ γεύσει νικηθείς» αρχ. 1. δοκιμάζω κάτι με τη γεύση, γεύομαι 2. εξετάζω …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»