-
1 Ὀλυμπόθεν
1 from Olympos Οὐλυμπόθεν μαινάδ' ὄρνιν Κυπρογένεια φέρεν (byz.: Ὀλυμπ- codd.) P. 4.214 [Ὀλυμ]πόθεν δέ οἱ χρυσόρραπιν ὦρσεν Ἑρμᾶν (supp. Lobel) Δ. 4. 37. -
2 Ἑρμᾶς
Ἑρμᾱς (-ᾶς, -ᾶ, -ᾷ, -ᾶν.) herald of the gods, patron of festivals, conductor of souls to Hades.1θεῶν κάρυκα Ἑρμᾶν O. 6.79
Ἑρμᾶ δὲ θυγατρὸς ἀκούσαις Ἀγγελίας O. 8.81
ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10
Ἑρμᾶς χρυσόραπις P. 4.178
“ κλυτὸς Ἑρμᾶς” P. 9.59 ( Διόσκουροι)ἀγώνων μοῖραν Ἑρμᾷ καὶ σὺν Ἡρακλεῖ διέποντι θάλειαν N. 10.53
ὅσ' ἀγώνιος Ἑρμᾶς Ἡροδότῳ ἔπορεν ἵπποις I. 1.60
Ὀλυμπόθεν δέ οἱ χρυσόρραπιν ὦρσεν Ἑρμᾶν (sc. Ζεύς) Δ. 4. 37.
См. также в других словарях:
Ολυμπόθεν — Ὀλυμπόθεν και ποιητ. τ. Οὐλυμπόθεν (Α) από τον Όλυμπο. [ΕΤΥΜΟΛ. < Ὄλυμπος + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. Σκυρό θεν)] … Dictionary of Greek
ουλυμπόθεν — οὐλυμπόθεν (Α) επίρρ. βλ. ὀλυμπόθεν … Dictionary of Greek