-
1 ὀγδοημόριον
ὀγδοη-μόριον, τό,A eighth part, Inscr. Délos 504A 12 (iii B. C.), Theol.Ar.4, Mnesith. Cyz. ap. Orib.inc.15.12 :—also [suff] ὀγδοή-μορον, τό, IG11(2).203 A59,71 (Delos, iii B. C.), PSI6.595.7(iii B. C.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὀγδοημόριον
См. также в других словарях:
πεντεκαιδεκατημόριον — τὸ, Α το δέκατο πέμπτο τμήμα ενός όλου («πεντεκαιδεκατημόριον τοῡ μηνός», Ιπποκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντεκαιδέκατος + μόριον (< μόρος), πρβλ. μυριοστη μόριον, ογδοη μόριον. Το η τού τ. με ανομοίωση προς αποφυγή τών αλλεπάλληλων βραχέων] … Dictionary of Greek
τεταρτημόριο — το / τεταρτημόριον, ΝΑ, και συντετμημένος τ. ταρτημόριον και δωρ. τ. ταρταμόριον Α 1. το ένα από τα τέσσερα ίσα μέρη στα οποία έχει διαιρεθεί ένα όλο 2. μαθημ. καθένας από τους τέσσερεις ίσους τομείς στους οποίους διαιρούν την επιφάνεια ενός… … Dictionary of Greek