Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἧ+ῥα+μηδείας

См. также в других словарях:

  • Μηδείας — Μηδείᾱς , Μήδειος fem acc pl Μηδείᾱς , Μήδειος fem gen sg (attic doric aeolic) Μηδείᾱς , Μηδεία fem acc pl Μηδείᾱς , Μηδεία fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεοφανής — I (1ος αι. π.Χ.). Ιστορικός από τη Μυτιλήνη. Παρακολούθησε τις εκστρατείες του Πομπήιου και τις περιέγραψε, συγκρίνοντάς τις με εκείνες του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αυτό κολάκευσε τον Πομπήιο, που τον αναγόρευσε, το 61 π.Χ., Ρωμαίο πολίτη. Στον… …   Dictionary of Greek

  • Μήδος ή Μήδειος — Μυθολογικό πρόσωπο, γιος της Μήδειας και του Αιγέα, βασιλιά της Αθήνας. Σύμφωνα με κάποια μυθολογική παράδοση, έφυγε με τη μητέρα του στην Ασία, όπου κατέκτησε πολλές χώρες, δίνοντας το όνομά του σε μία από αυτές, τη Μηδία, όπου και πέθανε… …   Dictionary of Greek

  • Τιμόμαχος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος στρατηγός, από τον δήμο Αχαρνών. Όταν ήταν στρατηγός των Αθηναίων κατά το 367 π.Χ. ανέλαβε μαζί με τον αρχηγό των μισθοφόρων των Λακεδαιμονίων Ναυκλή, τη φύλαξη της διάβασης του Ονείου όρους στην Κόρινθο, για …   Dictionary of Greek

  • ARSACIA — Πόλις Μηδείας ἐπίσημος. Steph. Hodie Casbin dici videtur. Longitud. 91. 00. latitud. 39. 35. Urbs Persiae pulcherrima et amplissima, in provinc. Ayrach. Sedes regia ante Aspahaamum. Baudrand …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ECBATANA — I. ECBATANA plur. num. metropolis Mediae, vel ut quidam existimant, regia quaedam magna a Deioce rege Medorum. Strab. l. 11. Ceterum Echatana Polyb. l. 10. videntur πλούτῳ καὶ τῇ τῆς καταςκευῆς πολυτελείᾳ μέγα τι παρα τὰς ἄλλας διενηνο χέναι… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • PHASIANARIUS — qui Phasianos pascit. Paulus ICtus Phasianarii autem et pastores anserum non continentur. Vide Spiegelium apud Ioh. Calvin. Lexix. Iurid. Erat autem Phasianus, sobriis olim Principibus ultimus delitiarum finis, quippe cui per se eximiae raritas… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Αιήτης — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Ήλιου και της Ωκεανίδας Περσηίδας, αδελφός της Κίρκης, της Πασιφάης και του Πέρση, βασιλιά της Κολχίδος. Σύμφωνα με ορισμένη παράδοση (Απολλώνιος Ρόδιος), ο Α. νυμφεύτηκε την Ωκεανίδα Ειδυίαν από την οποία απέκτησε… …   Dictionary of Greek

  • Θεσσαλός — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (7, 176), ο Θ. έδωσε το όνομά του στη Θεσσαλία, περιοχή που μέχρι τότε έφερε διάφορες ονομασίες: Αιολία, Αιμονία, Ελλάς, Δρυοπίς και Γραικία. Ο Θ. καταγόταν από τη Θεσπρωτία της Ηπείρου και ήταν… …   Dictionary of Greek

  • Κολχίδα — I Περιοχή της Ασίας κατά την αρχαιότητα. Σύμφωνα με την παράδοση ήταν η πατρίδα της Μήδειας, ενώ σε αυτή την περιοχή οι Αργοναύτες αναζήτησαν το Χρυσόμαλλο δέρας. Βρισκόταν Α του Εύξεινου Πόντου και Ν του Καυκάσου και τη διέρρεε ο ποταμός Φάσης.… …   Dictionary of Greek

  • Μάκρις — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν κόρη του Aρισταίου και, μαζί με τον πατέρα της, ανέθρεψε στην Εύβοια τον μικρό Διόνυσο, τον οποίο τους είχε εμπιστευθεί ο Ερμής. Επειδή η Ήρα την καταδίωξε, η Μ. βρήκε καταφύγιο στην Κέρκυρα, η… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»