-
101 Σε τάβλα που δεν έστρωσες το χέρι μην απλώνεις
• На чужой каравай рот не разевайИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Σε τάβλα που δεν έστρωσες το χέρι μην απλώνεις
-
102 Σπίτι που δεν το βλέπει ο ήλιος, το βλέπει ο γιατρός
• В дом, в который не заглядывает солнце, заглядывает врачИсточник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Σπίτι που δεν το βλέπει ο ήλιος, το βλέπει ο γιατρός
-
103 Το κάστανο βγήκε απ' το τσουφλί του κι είπε: Φτου! Κι από που βγήκα!
• Залез в богатство, забыл и братствоИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Το κάστανο βγήκε απ' το τσουφλί του κι είπε: Φτου! Κι από που βγήκα!
-
104 Το μήνα που δεν έχει Σάββατο
• После дождичка в четвергИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Το μήνα που δεν έχει Σάββατο
-
105 Τον καβαλλάρη μην τον λυπάσαι που κρέμονται τα ποδάρια του
Источник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Τον καβαλλάρη μην τον λυπάσαι που κρέμονται τα ποδάρια του
-
106 Τώρα που μπήκες στο χορό θα χορέψεις
• Назвался груздем – полезай в кузовИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Τώρα που μπήκες στο χορό θα χορέψεις
-
107 παρόλο που ...
tot i que... -
108 τότε ήταν που ...
va ser llavors que... -
109 αυτό που ..
она што..Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό) > αυτό που ..
-
110 αυτός που άργησε
доценГрчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό) > αυτός που άργησε
-
111 γάντι που ρίχτηκε
фрлената ракавицаГрчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό) > γάντι που ρίχτηκε
-
112 για όλα αυτά που..., για ό, τι ..
за cето она што..Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό) > για όλα αυτά που..., για ό, τι ..
-
113 ενώ, την ώρα που ..
додекаГрчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό) > ενώ, την ώρα που ..
-
114 μόνο που ...
единcтвено што..Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό) > μόνο που ...
-
115 εκπορίζομαι:
πού εκπορίζεται τα προς το ζην; — откуда он берёт средства к жизни?
-
116 κου
-
117 αδήμευτος
[που δεν έχει δημευτεί]nicht beschlagnahmt -
118 ασάλευτος
[που δε κινείται]unbewegt -
119 ποῦτριν
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ποῦτριν
-
120 alçılı
που περιέχει γύψο
См. также в других словарях:
πού — ποῡ, ΝΜΑ, και ιων. τ. κοῡ, Α (ερωτ. επίρρ. που εισάγει ευθείες ή πλάγιες ερωτ. προτάσεις) 1. (με τοπ. σημ.) σε ποιο μέρος, σε ποιον τόπο (α. «πού μένεις;» β. «ποῡ τὰς Ἀθήνας φασὶν ἱδρῡσθαι χθονός», Αισχύλ.) 2. (με τροπ. σημ.) πώς, με ποιον τρόπο … Dictionary of Greek
ποῦ — πού enclitic indeclform (adverb) ποῦ where? indeclform (interrog) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πού — που , πού enclitic indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
που — πού enclitic indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
που — (I) και ιων. τ. κου και αιολ. τ. ποι, Α (αόρ. εγκλιτ. επίρρ.) 1. κάπου, σε κάποιο τόπο («ἐμβαλεῑν που τῆς χώρας», Ξεν.) 2. σε κάποιο βαθμό («καὶ πού τι καὶ ή ἀπειρία πρῶτον ναυμαχούντας ἔσφηλεν», Θουκ.) 3. (με αριθμτ.) περίπου, πάνω κάτω («ἔτεα… … Dictionary of Greek
που — 1. αναφορ. αντων., άκλ. για κάθε γένος, πτώση και αριθμό, ο οποίος, η οποία, το οποίο. 2. αναφορ. τοπ. επίρρ.: Το κλειδί θα το βρεις εκεί που το αφήναμε πάντα. 3. σύνδ. αιτιολ.: Χάρηκα που σε είδα. 4. σύνδ. χρον.: Είναι τόσα χρόνια που περιμένω… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Που Γι, Αϊσίν Τζορό — (Πεκίνο 1906 – 1982). Ο τελευταίος Κινέζος αυτοκράτορας. Ανέβηκε στον θρόνο της Κίνας σε ηλικία 2 ετών με το όνομα Χσυάν – τ’ ουνγκ, αλλά 3 χρόνια αργότερα μετά το επαναστατικό κίνημα του οποίου αρχηγός ήταν ο Σουν Γιατ Σεν, υπογράφτηκε, στο… … Dictionary of Greek
πού; — επίρρ. 1. ερωτ. τόπου: Πού το έβαλες το βιβλίο; 2. ερωτ. τροπ.: Πού το έμαθες εσύ; … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
που(τ)τί — το, Ν το γυναικείο αιδοίο … Dictionary of Greek
ούτι που — οὔτι που ή οὔ τί που (Α) υποθέτω όχι, όχι βέβαια («οὔτι που οὖτος Ἀπόλλων», Πινδ.) … Dictionary of Greek
η που — ἤ που (Α) ή ίσως, παρά ίσως … Dictionary of Greek