-
1 παραπτή
-
2 παραπτῇ
См. также в других словарях:
παραπτῇ — παραπέτομαι fly alongside aor subj mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 παραπτή
2 παραπτῇ
παραπτῇ — παραπέτομαι fly alongside aor subj mid 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)