-
1 ἔξαρνος
ἔξαρν-ος, ον,A denying: ἔ. εἰμι or γίγνομαι, = ἐξαρνέομαι, abs., Ar. Nu. 1230, Antipho5.51, And.1.12, etc.;οὐ πώποτε ἔ. ἐγενόμην Pl. Hp.Mi. 372c
;ἔ. γίγνεσθαι περί τινος D.23.176
;ὑπέρ τινος D.H.7.34
; alsoἔ. εἶναί τι Lys.3.27
, cf. Pl.Chrm. 158c;ἔ. ἦν τοῦ φόνου J.AJ14.11.4
: freq. folld. by μή c. inf.,ἔ. ἦν μὴ.. ἀποκτεῖναι Σμέρδιν Hdt.3.67
, cf. Ar.Pl. 241;ἔ. γεγονέναι τὸ παράπαν μηδ' εἶναι ψεῦδος Pl.Sph. 260d
;τὸ καλὸν μὴ καλὸν εἶναι Id.Hp.Ma. 288c
; by μὴ οὐ.., Luc.DMort.14.1; alsoἔ. ἦ μὴν οὐκ ἐγερεῖσθαι τὸ τεῖχος Polyaen.1.30.5
;ἔ. ἐγένετο ὡς οὐ.. D.34.49
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἔξαρνος
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий