-
1 ἑπτα-έτις
-
2 ἑπταετής
ἑπτα-ετής, ές,A = ἑπτέτης, seven years old, v.l. in Hp.Prog.19, v.l. for ἑπτέτης in Pl.Grg. 471c : as fem., IG14.1935, Arr.Ind.9.1 : regul. fem. [suff] ἑπτα-έτις, ιδος, ἡ, Amyntas Epigr.Oxy.662.30: as Adj.,ἑ. ἡλικία Ph.1.393
.II parox. [suff] ἑπτα-έτης, ες, of seven years: neut. ἑπτάετες, as Adv., for seven years, Od. 3.304,7.259.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἑπταετής
См. также в других словарях:
μουνοέτις — μουνοέτις, ιδος, ἡ (Α) ιων. τ. αυτή που έχει ηλικία ενός έτους. [ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦνος + έτις (θηλ. τού έτης < ἔτος), πρβλ. εννα έτις, επτα έτις] … Dictionary of Greek