-
41 εισκομένην
-
42 ἐισκομένην
-
43 εισκομένου
-
44 ἐισκομένου
-
45 εισκομένους
-
46 ἐισκομένους
-
47 εισκόμενος
-
48 ἐισκόμενος
-
49 είσκειν
-
50 ἐίσκειν
-
51 είσκεις
-
52 ἐίσκεις
-
53 είσκετο
-
54 ἐίσκετο
-
55 είσκην
-
56 ἐίσκην
-
57 είσκοι
-
58 ἐίσκοι
-
59 είσκοντες
-
60 ἐίσκοντες
См. также в других словарях:
ἐίσκω — ἐΐσκω , ἐίσκω only pres subj act 1st sg (epic) ἐΐσκω , ἐίσκω only pres ind act 1st sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εΐσκω — ἐΐσκω και ἴσκω (Α) 1. εξομοιώνω 2. θεωρώ όμοιο, παρομοιάζω 3. υποθέτω, νομίζω («ἄντα σέθεν γὰρ Ξάνθον δινήεντα μάχῃ ἠΐσκομεν εἶναι») … Dictionary of Greek
εἴσκοντες — ἐίσκω only pres part act masc nom/voc pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐισκομένας — ἐϊσκομένᾱς , ἐίσκω only pres part mp fem acc pl (epic) ἐϊσκομένᾱς , ἐίσκω only pres part mp fem gen sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐισκόμενον — ἐϊσκόμενον , ἐίσκω only pres part mp masc acc sg (epic) ἐϊσκόμενον , ἐίσκω only pres part mp neut nom/voc/acc sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐνείσκω — ἐνεΐσκω , ἐν ἐίσκω only pres subj act 1st sg (epic) ἐνεΐσκω , ἐν ἐίσκω only pres ind act 1st sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐίσκει — ἐΐσκει , ἐίσκω only pres ind mp 2nd sg (epic) ἐΐσκει , ἐίσκω only pres ind act 3rd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐίσκομεν — ἐΐσκομεν , ἐίσκω only pres ind act 1st pl (epic) ἐΐσκομεν , ἐίσκω only imperf ind act 1st pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐίσκον — ἐΐσκον , ἐίσκω only pres part act masc voc sg (epic) ἐΐσκον , ἐίσκω only pres part act neut nom/voc/acc sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔισκον — ἔϊσκον , ἐίσκω only imperf ind act 3rd pl (epic) ἔϊσκον , ἐίσκω only imperf ind act 1st sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἤισκον — ἤϊσκον , ἐίσκω only imperf ind act 3rd pl (epic) ἤϊσκον , ἐίσκω only imperf ind act 1st sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)