-
1 ερειποτόπιον
-
2 ἐρειποτόπιον
-
3 ἐρειποτόπιον
ἐρειπ-οτόπιον, τό,A heap of ruins, Sch.Opp.H.1.54.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐρειποτόπιον
См. также в других словарях:
ερειποτόπιον — ἐρειποτόπιον, τὸ (AM) τόπος γεμάτος από ερείπια, γεμάτος χαλάσματα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ερείπω + τόπιον, αντί *ερειπιοτόπιον] … Dictionary of Greek
ἐρειποτόπιον — heap of ruins neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)