-
1 επομβρία
ἐπομβρίᾱ, ἐπομβρίαheavy rain: fem nom /voc /acc dualἐπομβρίᾱ, ἐπομβρίαheavy rain: fem nom /voc sg (attic doric aeolic)——————ἐπομβρίαι, ἐπομβρίαheavy rain: fem nom /voc plἐπομβρίᾱͅ, ἐπομβρίαheavy rain: fem dat sg (attic doric aeolic) -
2 επομβρια
ἥ1) проливной дождь, ливень Arph., Plat., Arst., Plut.2) наводнение Arph., Arst. -
3 ἐπομβρία
Βλ. λ. επομβρία -
4 ἐπομβρίᾳ
Βλ. λ. επομβρία -
5 ἐπομβρία
ἐπομβρ-ία, ἡ,A heavy rain, abundance of rain, Hp.Aph.3.15 (pl.), D.55.11, etc.: generally, abundance of wet, : opp. αὐχμός, Hp.Aër.23, Ar.Nu. 1120 : pl., Arist.Mete. 360b6, Thphr.HP3.1.5, Str.11.3.4, etc.: metaph., shower,χερμάδων Lyc. 333
; deluge,δέλτων Lib.Ep.333.5
.2 the Deluge, J.AJ1.2.3, al.II humidity, of the body, Aret.SA2.4, SD2.1.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπομβρία
-
6 ἐπομβρία
ἐπ-ομβρία, ἡ, Übermaß von Regen; Überschwemmung -
7 επομβρίας
ἐπομβρίᾱς, ἐπομβρίαheavy rain: fem acc plἐπομβρίᾱς, ἐπομβρίαheavy rain: fem gen sg (attic doric aeolic) -
8 ἐπομβρίας
ἐπομβρίᾱς, ἐπομβρίαheavy rain: fem acc plἐπομβρίᾱς, ἐπομβρίαheavy rain: fem gen sg (attic doric aeolic) -
9 επομβρίαι
ἐπομβρίαheavy rain: fem nom /voc plἐπομβρίᾱͅ, ἐπομβρίαheavy rain: fem dat sg (attic doric aeolic) -
10 ἐπομβρίαι
ἐπομβρίαheavy rain: fem nom /voc plἐπομβρίᾱͅ, ἐπομβρίαheavy rain: fem dat sg (attic doric aeolic) -
11 επομβρίαν
-
12 ἐπομβρίαν
-
13 αὐχμός
αὐχμός, ὁ, 1) Trockenheit, Dürre, Her. 1, 13. 4, 198; Ar. Nubb. 1104, entgeggstzt ἐπομβρία; Unfruchtbarkeit; übertr., σοφίας Plat. Men. 70 c; im plur. Thuc. 1, 23 Isocr. 9, 14. 11, 13; Plut. Num. 13. – 2) das Aussehen der von der Dürre geborstenen od. staubigen Erde, übh. Schmutz, verwildertes Ansehen, αὐχμὸς καὶ κόνις Plat. Rep. X, 614 d; Armuth, τινός Ar. Plut. 839.
-
14 επομβριών
ἐπομβρίαheavy rain: fem gen plἐπομβρίζωwater with rain: fut part act masc nom sg (attic epic doric) -
15 ἐπομβριῶν
ἐπομβρίαheavy rain: fem gen plἐπομβρίζωwater with rain: fut part act masc nom sg (attic epic doric) -
16 επομβρίαις
-
17 ἐπομβρίαις
-
18 επομβρίη
-
19 ἐπομβρίῃ
-
20 επομβρίην
- 1
- 2
См. также в других словарях:
ἐπομβρία — ἐπομβρίᾱ , ἐπομβρία heavy rain fem nom/voc/acc dual ἐπομβρίᾱ , ἐπομβρία heavy rain fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επομβρία — ἐπομβρία, ἡ (Α) 1. αφθονία βροχής 2. περίοδος με άφθονες βροχές 3. φρ. «χερμάδων ἐπομβρία» βροχή από πέτρες … Dictionary of Greek
ἐπομβρίᾳ — ἐπομβρίαι , ἐπομβρία heavy rain fem nom/voc pl ἐπομβρίᾱͅ , ἐπομβρία heavy rain fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπομβρίας — ἐπομβρίᾱς , ἐπομβρία heavy rain fem acc pl ἐπομβρίᾱς , ἐπομβρία heavy rain fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπομβρίαι — ἐπομβρία heavy rain fem nom/voc pl ἐπομβρίᾱͅ , ἐπομβρία heavy rain fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπομβρίαν — ἐπομβρίᾱν , ἐπομβρία heavy rain fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπομβριῶν — ἐπομβρία heavy rain fem gen pl ἐπομβρίζω water with rain fut part act masc nom sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπομβρίαις — ἐπομβρία heavy rain fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπομβρίην — ἐπομβρία heavy rain fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπομβρίῃ — ἐπομβρία heavy rain fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπομβρίῃσι — ἐπομβρία heavy rain fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)