-
41 ἐπισκωφθήσεται
-
42 επισκώψαι
-
43 ἐπισκῶψαι
-
44 επισκώπτειν
-
45 ἐπισκώπτειν
-
46 επισκώπτεις
-
47 ἐπισκώπτεις
-
48 επισκώπτεσθαι
-
49 ἐπισκώπτεσθαι
-
50 επισκώπτεται
-
51 ἐπισκώπτεται
-
52 επισκώπτην
-
53 ἐπισκώπτην
-
54 επισκώπτοι
-
55 ἐπισκώπτοι
-
56 επισκώπτοιτο
-
57 ἐπισκώπτοιτο
-
58 επισκώπτοντας
-
59 ἐπισκώπτοντας
-
60 επισκώπτοντες
См. также в других словарях:
ἐπισκώπτω — laugh at pres subj act 1st sg ἐπισκώπτω laugh at pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επισκώπτω — ἐπισκώπτω (Α) 1. κοροϊδεύω, περιγελώ 2. παίζω, κάνω αστεία («χώρει... εἰς τοὺς εὐανθεῑς κόλπους... κἀπισκώπτων καὶ παίζων», Αριστοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + σκώπτω «εμπαίζω, κοροϊδεύω»] … Dictionary of Greek
ἐπισκῶπτον — ἐπισκώπτω laugh at pres part act masc voc sg ἐπισκώπτω laugh at pres part act neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκώπτει — ἐπισκώπτω laugh at pres ind mp 2nd sg ἐπισκώπτω laugh at pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκώπτοντα — ἐπισκώπτω laugh at pres part act neut nom/voc/acc pl ἐπισκώπτω laugh at pres part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκώπτοντι — ἐπισκώπτω laugh at pres part act masc/neut dat sg ἐπισκώπτω laugh at pres ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκώπτουσι — ἐπισκώπτω laugh at pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ἐπισκώπτω laugh at pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκώπτουσιν — ἐπισκώπτω laugh at pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ἐπισκώπτω laugh at pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπισκώψαντα — ἐπισκώπτω laugh at aor part act neut nom/voc/acc pl ἐπισκώπτω laugh at aor part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπέσκωπτον — ἐπισκώπτω laugh at imperf ind act 3rd pl ἐπισκώπτω laugh at imperf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπεσκώφθη — ἐπισκώπτω laugh at aor ind pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)