Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἐπιμήλιος

См. также в других словарях:

  • επιμήλιος — ἐπιμήλιος, ὁ (Α) φύλακας ή προστάτης τών κοπαδιών (προσωνυμία τού Απόλλωνος, τού Ερμή και άλλων θεών). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + * μήλιος (< μήλον (I) «πρόβατο»), τ. που απαντά μόνο στο παρόν σύνθετο] …   Dictionary of Greek

  • Ἐπιμηλίου — Ἐπιμήλιος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιμηλίου — ἐπιμήλιος guardian of flocks masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἐπιμήλιον — Ἐπιμήλιος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιμήλιον — ἐπιμήλιος guardian of flocks masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Epimelivs — EPIMELIVS, i, Gr. Ἐπιμήλιος, ου, ein Beynamen des Mercurius, unter welchem er ehemals seinen Altar zu Koronea auf dem Markte hatte. Pausan. Bœot. c. 34. p. 593. ist aus ἐπὶ und μῆλον, ein Schaf, zusammen gesetzet, und heißt so viel als Opilio,… …   Gründliches mythologisches Lexikon

  • Επιμηλίδες Επιμηλιάδες νύμφες — Μυθολογικά πρόσωπα.Νύμφες, προστάτιδες των κοπαδιών. Την ίδια ιδιότητα έφερε και ο Επιμήλιος Ερμής, που λατρευόταν ιδιαίτερα στην αρχαία Κορώνεια της Βοιωτίας. Κάποτε, οι Ε. ηττήθηκαν σε έναν διαγωνισμό χορού με νεαρούς βοσκούς, περίφημους για το …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»