Перевод: со всех языков
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский
ἐπ'+ἴσας/xx
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
ἰσάς — ἰσά̱ς , οἶδα see pres part act masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἴσας — ἴσᾱς , ἴσος equal fem acc pl ἴσᾱς , ἴσος equal fem gen sg (doric aeolic) ἴ̱σᾱς , ἴσος equal fem acc pl (epic) ἴ̱σᾱς , ἴσος equal fem gen sg (epic doric aeolic) ἴσᾱς , οἶδα see pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ωλένη — Μακρό οστό που βρίσκεται στο εσωτερικό μέρος του αντιβραχίονα. H κερκίδα καταλαμβάνει το εξωτερικό μέρος. Το επάνω άκρο της αρθρώνεται με το κάτω μέρος του βραχιόνιου οστού μέσω μιας ημισεληνοειδούς απόφυσης (κορωνοειδής απόφυση) και προς τα έξω… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Εκπαίδευση — Η ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Είναι οι λόγιοι της προεπαναστατικής περιόδου (β΄ μισό 18ου αιώνα μέχρι την κήρυξη της επανάστασης) οι οποίοι, προσβλέποντας στην πνευματική αναγέννηση του Γένους, που θα έφερνε και την… … Dictionary of Greek
omidă — OMÍDĂ, omizi, s.f. Larva fluturilor, dăunătoare pomilor, cu corpul alcătuit din segmente, uneori acoperit cu peri. ♢ expr. A mânca ca omizile = a mânca foarte mult. ♦ Epitet dat unui om lacom, hrăpăreţ. – Din ngr. o mídas. Trimis de ionel bufu,… … Dicționar Român
ῥᾴσας — ῥᾴσᾱς , ῥαίω break aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) ῥᾴ̱σᾱς , ῥαίζω grow easier aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) ῥά̱ϊσας , ῥαίζω grow easier aor ind act 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)