Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐξώτερος

См. также в других словарях:

  • ἐξώτερος — more outside masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εξώτερος — η, ο επίρρ. α (συγκρ. από το επίρρ. έξω) 1. που είναι πιο έξω, που βρίσκεται περισσότερο προς τα έξω, ο πιο έξω. 2. εξωτικός. 3. το αρσ. ως ουσ., εξώτερος ο διάβολος, ο σατανάς …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐξωτέρω — ἐξώτερος more outside masc/neut nom/voc/acc dual ἐξώτερος more outside masc/neut gen sg (doric aeolic) ἐξωτέρω more outside irreg̱comp indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξωτέρων — ἐξώτερος more outside fem gen pl ἐξώτερος more outside masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξωτέρως — ἐξώτερος more outside adverbial ἐξώτερος more outside masc acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξώτερον — ἐξώτερος more outside masc acc sg ἐξώτερος more outside neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξωτέραις — ἐξώτερος more outside fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξωτέροις — ἐξώτερος more outside masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξωτέρου — ἐξώτερος more outside masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξωτέρους — ἐξώτερος more outside masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξωτέρῳ — ἐξώτερος more outside masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»