-
1 μετ-αίχμιος
μετ-αίχμιος, eigtl. in der Mitte zwischen zwei Heeren, τὸ μεταίχμιον, die Mitte, der Zwischenraum zwischen zwei Heeren, Her. 6, 77. 112, vgl. Eur. Phoen. 1246. 1370; ἔστη μέσοισιν ἐν μεταιχμίοις δορός, Heracl. 803; übh. die Mitte haltend, in der Mitte stehend, ἀνὴρ γυνή τε χὥτι τῶν μεταίχμιον, Aesch. Spt. 179; ἐν μεταιχμίῳ σκότου, Ch. 61; bei Her. 8, 140, 2, ἐξαίρετόν τι μεταίχμιον τὴν γῆν κεκτημένοι, ein streitiges Gränzland, welches gleichsam nur die Mitte zwischen den an den Gränzen immer schlagfertig stehenden Heeren bildet; ζωῆς καὶ ϑανάτου sagt Comet. 2 (IX, 597); öfter auch so allgem. bei Luc. u. a. Sp.
См. также в других словарях:
ροπή — ενός ανύσματος (π.χ. μιας δύναμης, μιας ταχύτητας, μιας ώσης), ως προς ένα σημείο, είναι το γινόμενο του μεγέθους του ανύσματος επί την απόσταση της ευθείας εφαρμογής του από το ορισμένο σημείο. Ο ορισμός αυτός επεκτείνεται και στη ρ. ως προς… … Dictionary of Greek