-
1 μετοίκησις
Aμ. τοῦ τόπου τοῦ ἐνθένδε εἰς ἄλλον τόπον Pl.Ap. 40c
;τὴν μ. τὴν ἐνθένδε ἐκεῖσε Id.Phd. 117c
, cf. Cat.Cod. Astr.7.110.2 metaph., of the transmigration of souls,τὴν ἀρίστην μ. τὴν τοῦ ἀνθρώπου.. λέοντα γίνεσθαι Ael.NA12.7
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μετοίκησις
-
2 ἀποδημέω
A to be away from home, be abroad or on one's travels, Hdt.1.29,4.1, 152, Ar.Nu. 371, etc.; of foreign service, Id.Lys. 101; opp. ἐπιδημεῖν, X. Cyr.7.5.69: metaph., to be absent, Pi.P.10.37;ὁ νοῦς παρὼν ἀποδημεῖ Ar.Eq. 1120
: sts. c. gen.,ἀποδημεῖν οἰκίας Pl.Lg. 954b
;ἀπὸ τῆς ἑωυτῶν Hdt.9.117
;ἐκ τῆς πόλεως Pl.Cri. 53a
;οὐκ ἔξεστι ἀποδημεῖν τοῖς Λακεδαιμονίοις Arist.Fr. 543
.2 go abroad, παρά τινα to visit him, Hdt.3.124; ἀ. ἐς Αἴγιναν κατὰ τοὺς Αἰακίδας go abroad to Aegina to fetch the Aeacidae, Id.8.84;ἀ. ἐπὶ δεῖπνον εἰς Θετταλίαν Pl.Cri. 53e
;ἐνθένδε εἰς ἄλλον τόπον Id.Ap. 40e
;κατ' ἐμπορίαν Lycurg.21
,57 (v.l. ἐπί); πρὸς τὰ ἱερά X.HG4.7.3
;ποῖ γῆς ἀπεδήμεις; Ar.Ra.48
;ἄλλοσε ἀ. Pl.Lg. 579b
; .Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀποδημέω
Перевод: со всех языков на английский
с английского на все языки- С английского на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский