-
1 ἐμ-φανής
ἐμ-φανής, ές, sich zeigend, sichtbar, im eigtl. Sinne u. übertr., merklich, deutlich; ἄλγος Pind. frg. 229; τέκμαρ Aesch. Ch. 606 (wie τεκμήρια Soph. El. 1098); λόγος Eum. 398; οὐ γὰρ ἔστι τἀμφανῆ κρύπτειν Soph. O. C. 759; ἰδεῖν τινα ἐμφανῆ, leibhaftig, Ai. 534; Tr. 199; οὐδαμοῦ τιμαῖς Ἀπόλλων ἐμφ. O. R. 909; ἥκει πόσις – ὅδ' ἐμφ. Eur. Hel. 874; δεῖξαι ἐμφανῆ El. 586; vgl. Ar. Th. 682; Ggstz ἀφανής, Men. Stob. fl. 16, 13. Oft in Prosa von Her. 1, 203 an; ἐμφανὴς βία, τυραννίς, offenbare, Thuc. 4, 86 Ar. Vesp. 417; ἐμφανῆ ζῆν, im Ggstz von ἐν σκότῳ ἀποκρύπτεσϑαι, Xen. Cyr. 8, 7, 23; τὴν διάνοιαν ἐμφανῆ ποιεῖν διὰ φωνῆς Plat. Theaet. 206 e; ἐμφανῆ καταστῆσαι τὰ χρήματα, Dokumente vorlegen, um vor Gericht den Beweis zu führen, Dem. 52, 10; so auch ἐμφανῶν κατάστασις, 53, 14; Is. 6, 31; vgl. παρέχειν, Dem. 56, 38 fl., u. ἀποδοῠναι τὰ ἐμφανῆ κτήματα, Xen. Hell. 5, 2, 10. – Subst., τὸ ἐμφανές, z. B. εἰς τοὐμφανὲς ἰέναι, ans Licht kommen, Xen. Hem. 4, 3, 13. – Bei Plat. Tim. 46 a = abspiegelnd. – Adv. ἐμφανῶς, Tragg. u. in Prosa; auch steht adv. ἐκ τοῠ ἐμφανέος, Her. 5, 37. 7, 205 u. öfter; μάχην συνάπτειν Xen. Cyr. 1, 6, 41, wie ἐν τῷ ἐμφανεῖ Thuc. 2, 21; Xen. An. 2, 5, 25.
См. также в других словарях:
εμφανής — ές (AM ἐμφανής, ές) ο καθαρά διακρινόμενος, έκδηλος, κατάδηλος, ορατός, φανερός, ολοφάνερος αρχ. μσν. επιφανής, σημαντικός, ένδοξος («ἀποσταλεὶς ἀνήρ Αἰγύπτιος», Διόδ. Σικ.) μσν. 1. φρ. «ἐμφανὴς γίγνομαι» παρουσιάζομαι, εμφανίζομαι 2. φρ. «εἰς τὸ … Dictionary of Greek
μαλακία — Μεγάλο φύλο του ζωικού βασιλείου, το οποίο περιλαμβάνει ζώα με μαλακό σώμα –όπως υποδηλώνει και η ονομασία τους– το οποίο βρίσκεται μέσα σε ένα σκληρό ασβεστολιθικό κέλυφος. Στερούνται μεταμέρειας και έχουν αμφίπλευρη συμμετρία, η οποία μερικές… … Dictionary of Greek
πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… … Dictionary of Greek