-
1 Αρειμανίου
-
2 Ἀρειμανίου
См. также в других словарях:
Ἀρειμανίου — Ἀρειμάνιος angro mainyuš masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 Αρειμανίου
2 Ἀρειμανίου
Ἀρειμανίου — Ἀρειμάνιος angro mainyuš masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)