-
101 ἄρχοντα
ἄρχωto be first: pres part act neut nom /voc /acc plἄρχωto be first: pres part act masc acc sgἄρχωνruler: masc acc sg -
102 άρχοντας
-
103 ἄρχοντας
-
104 άρχοντε
ἄρχωto be first: pres part act masc /neut nom /voc /acc dualἄρχωνruler: masc nom /voc /acc dual -
105 ἄρχοντε
ἄρχωto be first: pres part act masc /neut nom /voc /acc dualἄρχωνruler: masc nom /voc /acc dual -
106 άρχοντες
-
107 ἄρχοντες
-
108 άρχοντι
ἄρχωto be first: pres part act masc /neut dat sgἄρχωto be first: pres ind act 3rd pl (doric aeolic)ἄρχωνruler: masc dat sg -
109 ἄρχοντι
ἄρχωto be first: pres part act masc /neut dat sgἄρχωto be first: pres ind act 3rd pl (doric aeolic)ἄρχωνruler: masc dat sg -
110 άρχοντος
-
111 ἄρχοντος
-
112 άρχουσι
ἄρχωto be first: pres part act masc /neut dat pl (attic epic doric ionic)ἄρχωto be first: pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic aeolic)ἄρχωνruler: masc dat pl (attic epic doric ionic) -
113 ἄρχουσι
ἄρχωto be first: pres part act masc /neut dat pl (attic epic doric ionic)ἄρχωto be first: pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic aeolic)ἄρχωνruler: masc dat pl (attic epic doric ionic) -
114 άρχουσιν
ἄρχωto be first: pres part act masc /neut dat pl (attic epic doric ionic)ἄρχωto be first: pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic aeolic)ἄρχωνruler: masc dat pl (attic epic doric ionic) -
115 ἄρχουσιν
ἄρχωto be first: pres part act masc /neut dat pl (attic epic doric ionic)ἄρχωto be first: pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic aeolic)ἄρχωνruler: masc dat pl (attic epic doric ionic) -
116 αρχόντεσσιν
ἄρχωto be first: pres part act masc /neut dat pl (epic aeolic)ἄρχωνruler: masc dat pl (epic aeolic) -
117 ἀρχόντεσσιν
ἄρχωto be first: pres part act masc /neut dat pl (epic aeolic)ἄρχωνruler: masc dat pl (epic aeolic) -
118 αρχόντοιν
-
119 ἀρχόντοιν
-
120 αρχόντων
ἄρχωto be first: pres part act masc /neut gen plἄρχωto be first: pres imperat act 3rd plἄρχωνruler: masc gen pl
См. также в других словарях:
ἅρχων — ἄρχων , ἄρχω to be first pres part act masc nom sg ἄρχων , ἄρχων ruler masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄρχων — masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἄρχων — ἄρχω to be first pres part act masc nom sg ἄρχων ruler masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άρχων — (3ος–2ος αι. π.Χ.).Ευγενής από την Αιγείρα. Έγινε τρεις φορές στρατηγός της Αχαϊκής Συμπολιτείας (187, 172, 170 π.Χ.). Κατηγορήθηκε για εχθρότητα προς τους Ρωμαίους, αλλά υποστηρίχτηκε από την Εκκλησία του Δήμου για τα πατριωτικά του φρονήματα. * … Dictionary of Greek
ἀρχῶν — ἀρχή beginning fem gen pl ἀρχός leader masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄρχον — Ἄρχων masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄρχους — Ἄρχων masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek