Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀφθον-ία

См. также в других словарях:

  • περιστέφω — Α 1. περιβάλλω κάτι σαν σε στεφάνι, περιστεφανώνω 2. περικυκλώνω 3. παθ. περιστέφομαι μτφ. κοσμούμαι με αρετή («ὁ παῑς ἀρετῇ περιστέφεται», Αφθόν.) …   Dictionary of Greek

  • προέρχομαι — ΝΜΑ έχω την καταγωγή, την αιτία, την αφετηρία ή την πηγή μου σε κάποιον ή σε κάτι, εκπορεύομαι από κάπου (α. «η πληροφορία προέρχεται από αξιόπιστη πηγή» β. «ο υψηλός πυρετός προέρχεται από ίωση» γ. «Θεὸν Λόγον ἐκ Θεοῡ προελθόντα», Μέγ. Βασ.) μσν …   Dictionary of Greek

  • aphthonite — Min. (ˈæfθənaɪt) [mod. f. Gr. ἄϕθον ος plentiful + ite.] A steel gray ore of sulphide of antimony and copper, with traces of zinc and silver; ‘resembling tetrahedrite, if not identical with it’ (Dana). Corruptly aftonite …   Useful english dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»