-
1 αποφατικόν
-
2 ἀποφατικόν
-
3 ὑπεραποφατικός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπεραποφατικός
См. также в других словарях:
ἀποφατικόν — ἀποφατικός negative masc acc sg ἀποφατικός negative neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)