-
1 ανταξιος
3, Theocr. 2равноценный(γέρας Hom.; ἀ. τινος Hom., Xen., Plat., Plut.)
πυραμὴς πολλῶν Ἑλληνικῶν ἔργων ἀνταξίη Her. — пирамида, стоящая многих греческих сооружений (вместе взятых); -
2 αντάξιος
α, ο [ία, ον] достойный; равноценный, равный
См. также в других словарях:
ἀντάξιος — worth just as much as masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αντάξιος — α, ο (AM αντάξιος, α, ον) ο ισάξιος, ο ίσος ως προς την αξία με κάποιον άλλο … Dictionary of Greek
αντάξιος — α, ο επίρρ. α αυτός που δεν υστερεί σε αξία από κάποιον άλλο: Στην άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος αναδείχτηκε αντάξιος του πατέρα του … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἀνταξιώτερον — ἀντάξιος worth just as much as adverbial comp ἀντάξιος worth just as much as masc acc comp sg ἀντάξιος worth just as much as neut nom/voc/acc comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀντάξιον — ἀντάξιος worth just as much as masc acc sg ἀντάξιος worth just as much as neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνταξιώτερος — ἀντάξιος worth just as much as masc nom comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνταξίη — ἀντάξιος worth just as much as fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνταξίοις — ἀντάξιος worth just as much as masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνταξίου — ἀντάξιος worth just as much as masc/neut gen sg ἀ̱νταξίου , ἀνταξιόω demand as an equivalent imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἀνταξιόω demand as an equivalent pres imperat act 2nd sg ἀντᾱξίου , ἀνταξιόω demand as an equivalent imperf ind act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνταξίους — ἀντάξιος worth just as much as masc acc pl ἀ̱νταξίους , ἀνταξιόω demand as an equivalent imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἀντᾱξίους , ἀνταξιόω demand as an equivalent imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἀνταξιόω demand as an equivalent… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀνταξίῳ — ἀντάξιος worth just as much as masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)