Перевод: со всех языков на греческий

с греческого на все языки

ἀλλ'+ὅμως

  • 1 однако

    επίρ.
    1. όμως, αλλά, αλλ όμως εν τούτοις•

    он обещал, однако не исполнил αυτός υποσχέθηκε, όμως δεν εκπλήρωσε την υπόσχεση.

    2. επιφ. θαυμαστικό πω-πώ!

    Большой русско-греческий словарь > однако

  • 2 однако

    однако
    1. союз и вводн. сл. (ἄλλ') ὅμως, ἀλλα, καί ὀμως, ἐν τούτοις:
    все это хорошо, \однако... αὐτά εἶναι καλά καί ἄγια, ἀλλα...·
    2. межд:
    ὁ!, ὄχι δά!, ἔ ὄχι!

    Русско-новогреческий словарь > однако

  • 3 ну

    ну 1
    επιφ.
    1. (προκλητικό ή προτρεπτικό)• έλα, εμπρός, άιντε, άιντε ντε, (έλα) λοιπόν•

    ну не бойся έλα, έλα μη φοβάσαι•

    ну и что? λοιπόν και τι (μ αυτό);•

    ну так что же? ε, καλά και τι;•

    ну, а теперь λοιπόν, και τώρα;•

    ну, скорей λοιπόν, γρηγορότερα, γρήγορα-γρήγορα•

    ну, перестань λοιπόν, σταμάτα•

    ну, говори, что ты молчишь λοιπόν, λέγε, τι σιωπάς•

    ну, что дальше? λοιπόν, παρακάτω τι έγινε;

    2. άφησε με (μας), άσε με (μας), παράτα με (μας), ξεφορτώσου με (μας)• άπαγε•

    слышишь, что я говорю? – ну, тебя, слышу! ακούς τι λέω; – άσε με και συ, ακούω!•

    да ну его! (περιφρ.) ας τον απ εκεί! παράτα τον! και δεν τον παρατάς!

    || έξω απ εδώ, μακριά απ εδώ• δε μου χρειάζεται•

    я не ем чесноки... ну их! δεν τρώγω σκόρδα... μακριά απ εδώ!

    3. (εκφράζει θαυμασμό, αγαλλίαση, αγανάκτηση, ειρωνία)• τι, για ιδές, πω-πώ, ε!•

    ну и погода! τι καιρός! για δες καιρό που κάνει!•

    ну и виноград! τι σταφύλια! σταφύλια να δουν τα μάτια σου!

    ну 2
    (μόριο)
    1. ερωτ. (για αμφιβολία, θαυμασμό κ.τ.τ.) άραγε; τι λες; αλήθεια; είναι δυνατόν;•

    я сегодня уезжаю. – ну?! ή да ну?! – σήμερα αναχωρώ. – Αλήθεια (ναι);

    2. (και) αν, εάν•

    а ну как кто-нибудь нас увидит? και αν κάποιος μας δει;

    3. επιτακτ. ε, και, λοιπόν•

    ну, вот о чём мечтает και να τι ονειρεύεται•

    ну, не стыдно ли вам? και δεν ντρέπεστε;

    ну, вот ещё λοιπόν, να ακόμα, νάτα μας λοιπόν•

    ну конечно και βέβαια•

    ну нет όχι δεν•

    ну хорошо λοιπόν καλά•

    ну что? не видешь, что он больной? ε, τι (λοιπόν τι); δε βλέπεις που είναι άρρωστος;•

    ну, а... αλλ όμως...

    4. σύνδ. συμπερασ. λοιπόν, ώστε, επομένως...•

    ну это его дело... λοιπόν, είναι δική του υπόθεση.

    || κι έτσι τελικά.
    5. (απλ.) ας πούμε, ας υποθέσομε, ας παραδεχτούμε•

    ты говорил? ну говорил εσύ έλεγες; ну Ας πούμε έλεγα.

    εκφρ.
    ну-с! – (ε) λοιπόν!•
    ну, ну не буду – καλά, καλά δεν το ξανακάνω•
    ну и ну! ή ай да ну! – πω-πω!

    Большой русско-греческий словарь > ну

  • 4 Spite

    subs.
    P. and V. φθόνος, ὁ.
    Ill-will: P. and V. δύσνοια, ἡ, δυσμένεια, ἡ, P. ἀπέχθεια, ἡ, κακόνοια, ἡ.
    Bitterness: P. and V. πικρότης, ἡ.
    In spite of ( a person): P. and V. βίᾳ (gen.), V. πρὸς βίαν (gen.).
    Yet in spite of such disadvantages I brought into alliance with you Euboeans, Achaeans, etc.: P. ἀλλʼ ὅμως ἐκ τοιούτων ἐλασσωμάτων ἐγὼ συμμάχους μὲν ὑμῖν ἐποίησα Εὐβοέας Ἀχαιούς, κ.τ.λ. (Dem. 306).
    ( The people) did not elect you in spite of your fine voice: P. οὐ σὲ ἐχειροτόνησε καίπερ εὔφωνον ὄντα (Dem. 320).

    Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Spite

  • 5 Trite

    adj.
    P. and V. ἀρχαῖος, παλαιός, P. ἕωλος.
    Utter trite statements, v.: P. ἀρχαιολογεῖν.
    'Tis a trite saying, yet will I declare it: V. πάλαι μὲν οὖν ὑμνηθὲν ἀλλʼ ὅμως ἐρῶ (Eur., Phoen. 438).
    In the words of the trite saying, I declare that is best for a man not to have been born: V. ἐγὼ τὸ μὲν δὴ πανταχοῦ θρυλούμενον κράτιστον εἶναι φημὶ μὴ φῦναι βροτῷ (Eur., frag.).

    Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Trite

  • 6 However

    adv.
    In whatever way: P. and V. ὅπως, ὡς, ὅτῳ τρόπῳ.
    Although: with adj., adv. and part., P. and V. καίπερ, περ; see Although.
    At least, at any rate: P. and V. γε, γοῦν, γε μήν, V. γε μὲν δή.
    But, at any rate: P. and V. ἀλλʼ οὖν, δʼ οὖν.
    Nevertheless, yet, conj.: P. and V. ὅμως, μέντοι, ἔμπας.

    Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > However

См. также в других словарях:

  • Χρόνια μὲν ἦλθες, ἀλλ’ ὅμως αἰνῶ τάδε. — χρόνια μὲν ἦλθες, ἀλλ’ ὅμως αἰνῶ τάδε. См. Лучше поздно, чем никогда …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • όμως — (ΑΜ ὅμως) (εναντ. σύνδ.) αλλά, παρ όλα αυτά, εν τούτοις, ωστόσο (α. «είχε πει ότι θα έλθει, όμως έχει αργήσει πολύ» β. «κατὰ ἄνθρωπον λέγω ὅμως ἀνθρώπου κεκυρωμένην διαθήκην οὐδεὶς ἀθετεῑ», ΚΔ) αρχ. 1. συχνά ενισχύεται με άλλα μόρια: άλλ ὅμως,… …   Dictionary of Greek

  • αλλά — (I) (Α ἀλλά) αντιθετικός σύνδεσμος με τον οποίο εισάγεται λέξη, φράση ή πρόταση που εκφράζει αντίθεση, περιορισμό ή διαφορά προς προηγούμενα μέρη τού λόγου ισοδυναμεί με το «μα», «όμως», «μολαταύτα», «παρά», «πάντως», «ωστόσο», «μόνον». Α. Η… …   Dictionary of Greek

  • ου μην αλλά — (ΑΜ οὐ μὴν αλλά) αλλ όμως, μολονότι, προσέτι («οὐ μὴν ἀλλ ἐπέμεινεν ὁ Κῡρος... καὶ ὁ ἵππος ἐξανέστη», Ξεν.) μσν. αρχ. 1. oὐ μὴν ἀλλὰ καί προσέτι, προς τούτοις, εκτός από αυτά και... («οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐκ τοῡ ἐγκλήματος τούτου δῆλόν ἐστιν»,… …   Dictionary of Greek

  • лучше поздно, чем никогда — Ср. Здесь им очень, очень довольны... Лене говорили, qu il est très bien vu! Что ж, лучше поздно, чем никогда. Боборыкин. Поумнел. 17. Ср. Боюсь, не поздненько ли это несколько? Ну, mieux tard que jamais . Лесков. Обойденные. 3, 2. Ср. В то время …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона

  • Лучше поздно, чем никогда — Лучше поздно, чѣмъ никогда. Ср. Здѣсь имъ очень, очень довольны... Ленѣ говорили, qu’il est très bien vu! Что жъ, лучше поздно, чѣмъ никогда. Боборыкинъ. Поумнѣлъ. 17. Ср. Боюсь, не поздненько ли это нѣсколько? «Ну, mieux tard que jamais. Лѣсковъ …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • COMA Soluta et libera — priscis temporibus quoddam velut insigne Virginitatis fuit, unde Virgines in priscis monumentis plerumque tales describuntur. Virg. de Venere, l. 1. Aen. v. 319. Namque humeris de more habilem suspenderat arcum Venatrix, dederatque comam… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • MERCENARIA — Militia, sin???lectu causae, grande nefas. Sicut enim socicates bellicae, eo mitae animô, ut in quodvis bellum nullô causae discrimine promittantrur auxilia, illicitae; Ita nullum vitae genus est improbius, quam eorum, qui sine causae respectu… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • SUSARION — (vide et Sysarion) cum Dolone, Icarienses (a pago dicti) inventores Scenae tabulatae, in Comoedia, memorantur in Marmore Arundeliano, apud Ioh. Marshamum Saecul. XVIII. Et quidem ille, in Dionysiorum celebritate hos 4. senarios de feminis… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • έπειτα — (AM ἔπειτα) επίρρ. 1. αργότερα, μετά, ακολούθως 2. (σε ερώτηση) έπειτα; κι έπειτα; εκφράζει περιφρόνηση, ειρωνεία ή αδιαφορία για ισχυρισμό ή συμπέρασμα που υπονοείται (α. «θα φύγει κι έπειτα;» β. «ἔπειτα οὐκ οἴει φροντίζειν τοὺς θεοὺς ἀνθρώπων;» …   Dictionary of Greek

  • ιάσιμος — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η μνήμη του τιμάται στις 4 Φεβρουαρίου. * * * η, ο (Α ἰάσιμος, ιων. τ. ἰήσιμος, ον) (για πρόσ. ή για τραύματα) αυτός που μπορεί να θεραπευθεί, ο θεραπεύσιμος αρχ. αυτός που καταπραΰνεται εύκολα («δεινὴ γὰρ ἡ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»