-
1 Ακτορίδης
-
2 Ἀκτορίδης
-
3 Ἀκτορίδης
Ἀκτορίδης: descendant of Actor, Echecles, Il. 16.189†.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > Ἀκτορίδης
-
4 Ακτορίδας
Ἀκτορίδᾱς, Ἀκτορίδηςmasc acc plἈκτορίδᾱς, Ἀκτορίδηςmasc nom sg (epic doric aeolic)Ἀκτορίςfem acc pl -
5 Ἀκτορίδας
Ἀκτορίδᾱς, Ἀκτορίδηςmasc acc plἈκτορίδᾱς, Ἀκτορίδηςmasc nom sg (epic doric aeolic)Ἀκτορίςfem acc pl -
6 Ακτορίδαις
-
7 Ἀκτορίδαις
-
8 Ακτορίδαο
-
9 Ἀκτορίδαο
См. также в других словарях:
Ἀκτορίδης — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀκτορίδαις — Ἀκτορίδης masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀκτορίδας — Ἀκτορίδᾱς , Ἀκτορίδης masc acc pl Ἀκτορίδᾱς , Ἀκτορίδης masc nom sg (epic doric aeolic) Ἀκτορίς fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀκτορίδαο — Ἀκτορίδᾱο , Ἀκτορίδης masc gen sg (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)