-
61 разделить
-елю, -елишь, παθ. μτχ. παρλθ. χρ. разделенный, βρ: -лен, -лена -леноρ.σ.μ.1. (δια)μοιράζω, διανέμω• (δια)χωρίζω•разделить яблоко на пять частей χωρίζω το μήλοσεπέντε μέρη•
разделить книгу на глэвы χωρίζω το βιβλίο σε κεφάλαια•
разделить наследство μοιράζω την κληρονομιά.
2. διχάζω, διχοτομώ. || απομονώνω, ξεκόβω.3. συμμετέχω, παίρνω μέρος.4. συμμερίζομαι, συμπονώ, συμπάσχω•разделить участь чью-н. συμμερίζομαι τον πόνο (κακή τύχη) κάποιου•
разделить радость συμμετέχω στη χαρά.Π συμφωνώ, συμμερίζομαι (για γνώμη, άποψη κ.τ.τ,).
5. (μαθ.) διαιρώ•разделить десять на два διαιρώ το δέκα με το δύο.
1. (δια)χωρ ίζομαι, διχάζομαι•река в этом дасте -лась на два рукава το ποτάμι σ αυτό το μέρος χώρισε σε δυο βραχίονες•
отряд -лся на три партии το τμήμα σε τρεις ομάδες.
2. μτφ. μοιράζομαι•мнения -лись οι γνώμες διχάστηκαν.
3. χωρίζω•дети после смерти отца -лись τα παιδιάμετά το θάνατο του πατέρα χώρισαν.
4. (μαθ.) διαιρούμαι. -
62 раскрыть
-крою, -кроешь ρ.σ.μ.1. ανοίγω•раскрыть ящик ανοίγω το κιβώτιο•
раскрыть дверь ανοίγω την πόρτα•
раскрыть зонтик ανοίγω την ομπρέλα•
раскрыть нож ανοίγω το σουγιά•
раскрыть книгу ανοίγω το βιβλίο•
раскрыть глаза, рот ανοίγω τα μάτια, το στόμα.
2. (κυρλξ. κ. μτφ.)• αποκαλύπτω, ξεσκεπάζω• φανερώνω•халат распахнулся и -ыл нижнее бель η ρόμπα άνοιξε και φάνηκαν τα εσώρουχα•
раскрыть тайну αποκαλύπτω μυστικό•
раскрыть замыслы врагов ξεσκεπάζω τα σχέδια (προθέσεις) του εχθρού•
раскрыть загоеор ξεσκεπάζω τη συνομωσία.
|| μτφ. εκμυστηρεύομαι•он -ыл мне своё сердце αυτός μου άνοιξε την καρδιά του, τα είπε όλα.
εκφρ.раскрыть глаза – ανοίγω τα μάτια (διαφωτίζω)•раскрыть чью игру – ξεσκεπάζω τις προθέσεις (τα σχέδια) κάποιου.1. ανοίγω, -ομαι•окно -лось το παραθύρι άνοιξε•
дверь -лась η πόρτα άνοιξε•
все ящики -лись όλα τα κιβώτια ανοίχτηκαν.
|| ανθίζω•розы -лись τα τρ ι-αντάφυλλα άνοιξαν.
2. φαίνομαι•перед ними -лось море μπροστά τους φάνηκε η θάλασσα.
3. μτφ. αποκαλύπτομαι, ξεσκεπάζομαι, φανερώνομαι•преступление -лось το έγκλημα αποκαλύφτηκε.
4. δημιουργούμαι (για συνθήκες, πρού-θέσεις, δυνατότητες)•-лись перспективы άνοιξαν προοπτικές.
5. (γι.α μέλη του σώματος)• αποκαλύπτομαι, φαίνομαι.6. (χαρτπ.) καλύπτω όλα τα χαρτιά. -
63 распространить
-ню, -нишь, παθ. μτχ. παρλθ. χρ. распространённый, βρ: -нён, -нена, -но ρ.σ.μ.1. επεκτείνω, αυξαίνω, μεγαλώνω•свой владения επεκτείνω τις κτήσεις μου• -распространить своё влияние επεκτείνω την επιρροή ή επίδραση•
распространить власть επεκτείνω την εξουσία•
действие закона επεκτείνω την ισχύ του νόμου.
2. διαδίδω• διασπείρω•распространить опыт новаторов производства διαδίδω την πείρα των καινοτόμων της παραγωγής•
распространить слух διαδίδω φήμη•
распространить известие διαδίδω είδηση•
распространить новость διαδί-δβ το νέο.
3. διαχέω, γεμίζω•букет сразу -ил в комнате аромат η ανθοδέσμη αμέσως γέμισε το δωμάτιο με ευωδιά.
4. επιμηκύνω, μακραίνω, κάνω πιο εκτεταμένο, λεπτομερές.5. κυκλοφορώ, διανέμω, μοιράζω•распространить прокламацию μοιράζω διακήρυξη•
распространить книгу в деревне διαδίδω το βιβλίο στο χωριό.
1. επεκτείνομαι, αυξαίνω, μεγαλώνω•распространить владения επεκτείνω τις κτήσεις•
распространить сад επεκτείνω το δεντρόκηπο.
2. διαδίδομαι, ξαπλώνομαι• διασπείρομαι•болезнь -лась быстро η ασθένειαδιαδόθηκε γρήγορα•
учение -лось по всему миру η διδασκαλία διαδόθηκε σ όλον τον κόσμο•
слухи -лись по городу φήμες κυκλοφόρησαν στην πόλη.
|| διαχέομαι•приятный запах -лся по всей квартире η ευχάριση μυρουδιά διαδόθηκε σ όλο το διαμέρισμα.
3. μακρηγορώ, μακρολογώ. -
64 растрепать
-еплю, -еплешь, παθ. μτχ. παρλθ. χρ. растрпанный, βρ: -пан, -а, -о; ρ.σ.μ.1. συμφύρω, συνονθυλεύω, ανακατώνω, κάνω άνω-κάτω, φύρδην• μίγδην.2. κουρελιάζω, καταρρακώνω•растрепать платье κουρελιάζω το φόρεμα•
растрепать книгу κουρελιάζω το βιβλίο.
ανακατώνομαι κλπ. ρ. ενεργ. φ. -
65 расшить
разошью, разошьшь, προστκ. расшей, παθ. μτχ. παρλθ. χρ. расшитый, βρ: шит, -а, -оρ.σ.μ.1. ξηλώνω• ξεδένω•расшить тюк ξηλώνω το δέμα•
расшить книгу ξεδένω το βιβλίο.
2. κεντώ, πλουμίζω, στολίζω, διακοσμώ.3. ευθύνω, ομαλύνω τις ραφές (συνδέσεις).εκφρ.расшить узкие места – ανοίγω (καθαρίζω) τον τόπο α-πο τ αγκάθια (υπερνικώ τις δυσκολίες, τα εμπόδια).ξηλώνομαι• ξεδένομαι, λύνομαι. -
66 рецензия
-и θ.κρίση, κριτική εκτίμηση, απόφανση•рецензия произведения κριτική έργου•
рецензия спектакля κριτική θεάματος•
рецензия на книгу κριτική βιβλίου (βιβλιοκρισία).
-
67 снять
сниму, снимешь, παρλθ. χρ. снял, -ла, -ло, παθ. μτχ. παρλθ. χρ. снятый βρ: снят, -а, -оρ.σ.μ.1. παίρνω, φτάνω•снять книгу с полки παίρνω το βιβλίο από το ράφι•
пальто с вещалки παίρνω το πανωφόρι από την κρεμάστρα.
|| βγάζω, αφαιρώ•снять паутину со стен παίρνω την αράχνη (ιστό) από τον τοίχο•
снять чайник с огня βγάζω το τσαγιερό από τη φωτιά•
снять пальто βγάζω το πανωφόρι•
снять пену παίρνω τον αφρό, ξαφρίζω•
снять туфли βγάζω τα παπούτσια•
снять грим βγάζω το μακιγιάζ•
шкуру γδέρνω.
2. αίρω• λύνω• παύω, σταματώ•снять блокаду αίρω τον αποκλεισμό•
снять осаду λύνω την πολιορκία•
снять арест с имущества αϊ-ι ρω την κατάσχεση της περιουσίας•
снять запрещение (запрет) αίρω την απαγόρευση.
|| απαλλάσσω• απελευθερώνω, λυτρώνω•снять выговор απαλλάσσω από την ποί,νή,
3. μαζεύω, συγκεντρώνω• συγκομίζω•снять урожай μαζεύω τη σοδειά•
снять яблоки в саду μαζεύω τα μήλα στον κήπο.
4. (στρατ.) ανακαλώ• απομακρύνω από το πόστο ή την τοποθεσία. || εξουδετερώνω, φο-νεύω• παίρνω•снять его очередью τον παίρνω με τη ριπή.
5. διώχνω, κατεβάζω•снять безбилетного пассажира κατεβάζω το λαθρεπιβάτη.
6. απολύω, παύω• απομακρύνω•снять с работы απολύω από τη δουλειά.
7. αποσύρω•снять своё предложение αποσύρω την πρόταση μου.
8. μεταφέρω, βγάζω ακριβώς•снять копию βγάζω αντίγραφο•
фасон с журнала βγάζω σχέδιο από το περιοδικό.
9. τραβώ, φωτογραφίζω•снять кинокартину τραβώ κινηματογραφική ταινία•
снять детей в фотографии φωτογραφίζω τα παιδιά.• снять во весь рост φωτογραφίζω ολόκληρον.
10. μισθώνω, (ε)-νοικιάζω•снять дачу νοικιάζω έπαυλη.
11. (χαρτπ.) κόβω τα χαρτιά (για μοίρασμα).εκφρ.голову – α) θα σου πάρω το κεφάλι (απειλή), β) φέρνω σε πολύ δύσκολη θέση•снять допрос (ή показания) – ανακρίνω, παίρνω ανακρίσεις•снять мр-ку παίρνω τα μέτρα (διαστάσεων, μεγέθους)•снять подряд на что – βλ. подрядиться• снять швы βγάζω τις κλωστές (από τη ραμμένη πληγή)•снять с учта – διαγράφω, ξεγράφω• σβήνω από τα χαρτιά•как рукой -ло – πέρασε μονομιάς (γιαπόνο, κούραση κ.τ.τ.)• снять с себя ответственность απαλλάσσομαι της ευθύνης.1. βγαίνω, εξέρχομαι, αποσπώμαι•топор -лся с топорища το τσεκούρι βγήκε από το στειλώρι.
2. εξαφανίζομαι, χάνομαι• φεύγω.3. αφαιρούμαι, απαλείφομαι•грим легко -лся το μακιγιάζ εύκολα βγήκε.
4. αποδεσμεύομαι, απελευθερώνομαι• απαγκιστρώνομαι.5. απέρχομαι, αφήνω, εγκαταλείπω.6. πηγαίνω, κατευθύνομαι.7. φωτογραφίζομαι.εκφρ.снять с учта – διαγράφομαι, ξεγράφομαι, σβήνομαι από τα χαρτιά. -
68 тогда
επίρ.1. τότε, εκείνο τον καιρό•тогда я был молод τότε ήμουν νέος•
тогда мы жили в Москве τότε ζούσαμε στη Μόσχα.
2. σε τέτοιαπερίπτωση•устал? тогда отдохни κοράστηκες; – τότε ξεκουράσου•
тогда посмотрим τότε θα δούμε.
|| σύνδ. υποτακτικός• τότε•когда прочитаю книгу тогда скажу моё мнение о ней όταν διαβάσω το βιβλίο, τότε θα πώ τη γνώμη μου γι αυτό.
εκφρ.тогда как – α) ενώ, αντίθετα. β) ενώ, αν και, μολονότι. -
69 тот
та, то (αντων.).1. εκείνος, -η -ο•тот ученик εκείνος ο μαθητής•
та женщина εκείνη η γυναίκα•
то яблоко εκείνο το μήλο•
ни этот инструмент, а тот όχι αυτό το εργαλείο, αλλά εκείνο•
с того дня από εκείνη τη μέρα•
с того времени από εκείνο τον καιρό, αντικρινός• άλλος• ο απέναντι, ο αντίπερα•
тот по той стороне улицы από την άλλη πλευρά του δρόμου•
на том берегу реки στην απέναντι όχθη του ποταμού.
|| (για χρόνο, περιστατικά, κατάσταση) περασμένος• επόμενος•я просил у него книгу ещё в той неделе του ζήτησα το βιβλίο ακόμα από κείνη τη βδομάδα•
собрать сно того года μαζεύω χόρτο για τον άλλο (επόμενο) χρόνο.
|| αυτός, -ή, -ό•тем или иным способом με αυτόν ή τον άλλον τρόπο•
с той и с гругой стороны από αυτό και από το άλλο μέρος.
2. ακριβώς αυτός, εκείνος (με το μόριο же)• в тот же день την ίδια ακριβώς μέρα. || то άκλ. το ίδιο, το αυτό•тот рассказывать одно и то же διηγούμαι το ίδιο και το ίδιο, ένα και το αυτό.
εκφρ.тот или другой (иной) – αυτός (εκείνος) ή ο άλλος, ο ένας ή ο άλλος (οποιοσδήποτε)•до того – σε τέτοιο βαθμό• τόσο δυνατά• (и) без того (και) χωρίς αυτό (εκείνο), κι έτσι•тот не то, что (чтоб, чтобы)...., а... – όχι τόσο, όσο•не то, что (чтобы) – όχι πολύ, όχι εντελώς•не то что..., а... – όχι μόνο...., αλλά και...• и то (απλ.) σωστά, πραγματικά (ως απάντηση)• (да) и то сказать και βέβαια, δικαιολογημένα, εύλογα•то-с; то да с; (и) то и с, – αυτό και τούτο, αυτό και τ άλλο•ни то ни с – α) ούτε εκείνο ούτε αυτό (τούτο), ούτε το ένα ούτε το άλλο, ούτε αυτό ούτε τούτο-β) ούτε καλά, ούτε άσχημα, ούτε κλαίει, ούτε γελάει, έτσι κι έτσι, μέτρια•ни с того ни с сего – χωρίς καμιά αιτία, χωρίς κανένα λόγο από το τίποτε•ни с того ни с сего рассердился и ушл – από το τίποτε θύμωσε και έφυγε•тем самым – α) μ αυτό το ίδιο. β) ταυτόχρονα, συνάμα, μαζί. -
70 у
у 1επιφ. κραυγής• ου!у 2επιφ.1. αγανάκτησης• ουφ!2. φόβου• ου!3. θαυμασμού, αγαλλίασης• ω! αχ!4. πρόθ. με γεν. πολύ σιμά, εγγύτατα• πλησίον, κοντά, εγγύς, παρά•стоять у стены στέκομαι, κοντά στον τοίχο•
отдыхать у моря αναπαύομαι κοντά στη θάλασσα•
поле у реки χωράφι• κοντά στο ποτάμι•
сидеть у очага κάθομαι κοντά στο τζάκι.
|| στον, στην, στο•сидеть у руля κάθομαι στο τιμόνι (χειρίζομαι το τιμόνι)•
мыть руки у крана πλύνω τα χέρια στη βρύση (στον κρουνό)•
работать у станка δουλεύω στην εργατομηχανή•
быть у власти είμαι εξουσία•
у каждого свой подход ο καθάνας έχει το δικό του τρόπο.
|| у меня, у тебя, у него, у неё, у нас, у них κ.τ.τ. σε μένα, σε σένα, σ αυτόν, σ αυτήν, σε μας, σ αυτούς•у меня всё есть (σε μένα υπάρχουν όλα) εγώ έχω απ όλα•
|| μου, σου, του, μας, σας κ.τ.τ.у меня голова болит (σε μένα πονεί το κεφάλι) μου πονεί το κεφάλι•
у него дрожат руки (σ αυτόν τρέμουν τα χέρια) του τρέμουν τα χέρια.
|| απο, εκ•взять книгу у друга παίρνω βιβλίο από το φίλο.
|| σε, εις•смотри у меня κοίτα σε μένα.
-
71 усесться
усядусь, усядешься, παρλθ. χρ. уселся, -лась, -лось, προστκ. усядьсяρ.σ.1. κάθομαι•усесться в кресло, на диван κάθομαι στην πολυθρόνα, στο ντιβάνι•
усесться за чай κάθομαι για (να) πιώ τσάι•
усесться за книгу κάθομαι (για) να διαβάσω•
усесться писать письмо κάθομαι (για) να γράψω γράμμα•
усесться за карты κάθομαι (για) να παίξω χαρτιά.
2. εγκατασταίνομαι οριστικά, μόνι μα. -
72 фига
-и θ.1. η συκιά.2. το σύκο.3. βλ. кукиш.εκφρ.показать -у – βλ. έκφραση στή λέξη•кукиш. фига с маслом получить – (απλ.) βλ. έκφραση στη λέξη•кукиш- глядеть (смотреть) в книгу и видеть -у – κοιτάζω στο βιβλίο και βλέπω γρίφους (δεν καταλαβαίνω τίποτε). -
73 читать
ρ.δ., μτχ. ενστ. читающий, παθ. μτχ. ενστ. читаемый, βρ: -таем, -а, -о παθ. μτχ. παρλθ. χρ. читанный, βρ: -тан, -а, -о.1. διαβάζω, αναγι(γ)νώσκω•читать газету διαβάζω εφημερίδα•
читать книгу διαβάζω το βιβλίο•
он не умеет читать αυτός δεν ξέρει να διαβάζει•
читать вслух διαβάζω φωναχτά•
читать по слогам διαβάζω συλλαβιστά•
читать про себя διαβάζω με το νου μου•
читать бегло διαβάζω ελεύθερα, φευγαλέα.
2. κατανοώ, καταλαβαίνω (παρατηρώντας σχήματα, σημάδια)•читать чертежи διαβάζω τα σχέδια•
читать ноты διαβάζω τις νότες.
3. διαγιγνώσκω, διαβλέπω, διορώ•читать мысли διαβάζω τις σκέψεις.
4. απαγγέλλω•читать стих απαγγέλλω ποίημα.
|| κηρύσσω• κάνω διάλεξη, μιλώ. || διδάσκω•он -ет в институте αυτός διδάσκει στο Ινστιτούτο.
εκφρ.читать наставления ή правоучния, нотации) – νουθετώ, συνετίζω, κατηχώ, διαβάζω, παραινώ.διαβάζομαι•надпись -ется с трудом η επιγραφή διαβάζεται με δυσκολία (είναι δυσανάγνωστη)•
роман –ется всеми το μυθιστόρημα διαβάζεται απ όλους•έχω διάθεση για διάβασμα•
мне что-то не -ется κάπως δεν έχω διάθεση για διάβασμα.
|| διαγιγνώσκομαι, διαφαίνομαι, διαβλεπομαι. -
74 якобы
1. ότι δήθεν, τάχα(τες)•говорят, якобы, он уехал λένε, ότι δήθεν, αυτός έφυγε.
2. μόριο δήθεν•я прочитал эту якобы интересную книгу διάβασα αυτό το δήθεν ενδιαφέρον βιβλίο.
См. также в других словарях:
Список насекомых, занесённых в Красную книгу России — Насекомые, занесённые в Красную книгу России список видов насекомых, включённых в последнее издание Красной книги России (2001). В таблице также приведён охранный статус видов согласно Красной книге России. Содержание 1 История 2 Сп … Википедия
Дайте жалобную книгу — Жанр лирическая комедия Режиссёр … Википедия
Список насекомых, занесённых в Красную книгу Украины — Насекомые, занесённые в Красную книгу Украины список из видов насекомых, включённых в последнее издание Красной книги Украины (2009). Вопрос об охране редких беспозвоночных животных, и насекомых в том числе, в общегосударственном масштабе… … Википедия
Список животных, занесённых в Красную книгу Вологодской области — В списке указаны все животные, занесённые в первую Красную книгу Вологодской области в 2006 году. Колонки таблицы КВ, КР и МСОП означают, соответственно, статус указанного вида в Красной книге Вологодской области, Красной книге России и в Красном … Википедия
УНИЧТОЖЕНИЕ ПОПУЛЯЦИЙ ОРГАНИЗМОВ, ЗАНЕСЕННЫХ В КРАСНУЮ КНИГУ РФ — экологическое преступление, предусмотренное ст. 259 УК РФ, заключается в уничтожении критических местооби таний для организмов, занесенных в Красную книгу Российской Федерации, повлекшем гибель популяций этих организмов. Охрана редких и… … Словарь-справочник уголовного права
Список насекомых, занесённых в Красную книгу Республики Беларусь — Список насекомых, занесённых в Красную книгу Республики Беларусь список видов насекомых, включённых в последнее издание Красная книга Белоруссии (2006). В результате применения новых универсальных подходов при подготовке списка видов… … Википедия
Список рыб, занесённых в Красную книгу Киргизии — Содержание 1 Отряд Карпообразные 2 Отряд Сомообразные 3 См. также … Википедия
Дайте жалобную книгу (фильм) — Дайте жалобную книгу Жанр сатирическая комедия Режиссёр Эльдар Рязанов Автор сценария Александр Галич Борис Ласкин … Википедия
Список млекопитающих, занесённых в Красную книгу Ростовской области — В списке указаны все млекопитающие, вошедшие в Красную книгу Ростовской области, по состоянию на 2003 год. Разделы КМ, КР, КС и МСОП означают, соответственно, статус указанного вида в Красной книге Ростовской области, Красной книге России,… … Википедия
Список видов грибов, занесённых в Красную книгу Ярославской области — Основная статья: Список видов, занесённых в Красную книгу Ярославской области Список видов грибов, занесённых в Красную книгу Ярославской области. Систематика приводится согласно изданию. Статус. Использована классификация по редкости таксонов… … Википедия
Список рыб и круглоротых, занесённых в Красную книгу России — Содержание 1 Миноги 2 Рыбы 3 Ссылки 4 См. также … Википедия