Перевод: со всех языков на греческий

с греческого на все языки

здесь+есть

  • 1 именно

    именно
    частица
    1. συγκεκριμένα:
    пришли́ все, а \именно·... ἡρθαν ὅλοι καί συγκεκριμένα...·
    2. (в смысле «то есть*) ἀκριβώς, δηλαδή, τουτέστι·
    3. (в смысле «как раз») ἀκριβώς:
    \именно так ἀκριβώς, ἔτσι ἀκριβώς· тебя \именно здесь не хватает ἐσύ μᾶς ἐλειπες· сколько \именно? πόσο ἀκριβώς· кто \именно? ποιος συγκεκριμμένα;, ποιος ἀκριβώς;· ◊ вот \именноΙ ἀκριβως!, αὐτό θἄ λεγα καΓ γώ.

    Русско-новогреческий словарь > именно

  • 2 так

    так
    1. нареч (таким образом) ἔτσι, τοιουτοτρόπως, ὁδτως:
    сделай \так κάνε τό ἔτσι· сделай \так, чтобы... κάνε ἔτσι πού...· говорить \так как нужно μιλῶ ἔτσι ὅπως πρέπει· делать не \так как нужно κάνω κάτι ὄχι ὅπως χρειάζεται· \так работать нельзя ἔτσι δέν γίνεται δουλειά· \так бы и сказал δέν τώλεγες ἀπό νωρίτερα, δέν τώλεγες ἀπό τήν ἀρχή· \так тому́ и быть ἄς γίνει ἔτσι· \так же μέ τόν ἰδιο τρόπο, ὅμοια· \так же как τό ἰδιο ὅπως· если \так... λοιπόν, ἐν τοιαύτη περιπτώσει...·
    2. нареч (без причины, случайно) (νά) ἔτσι:
    занялся этим \так, от ску́ки καταπιάστηκα μ' αὐτό ἔτσι γιά νά διασκεδάσω τήν ἀνία μου·
    3. нареч (настолько) τόσο[ν]:
    я сегодня \так много ходил σήμερα περπάτησα τόσο πολύ· он \так изменился, что... ἀλλαξε τόσο πού...· кругом \так тихо εἶναι τόσο ήσυχα τριγύρω· бу́дьте \так добры λάβετε τήν καλωσύνη· не \так скоро будет ὄχι πολύ σύντομα·
    4. частица (в таком случае, тогда) τότε:
    я не хочу́ вас слу́шать, \так Так уйдите δέν θέλω νά σας ἀκούω, \так Τότε νά φύγετε·
    5. частица (значит, стало быть) λοιπόν, ὡστε:
    \так мы едем? ἀναχωρούμε λοιπόν;· \так ты согласен? είσαι λοιπόν σύμφωνος;· \так это он? αὐτός εἶναι λοιπόν;·
    6. частица усилительная:
    вот э́то веселье \так веселье αὐτό μάλιστα εἶναι διασκέδαση· как же \так? πῶς ἔτσι;, γιατί;·
    7. частица (приблизительно) κατά, περί, γύρω:
    часу́ \так в третьем κατά τίς τρεις ἡ ῶρα·
    8. союз (вследствие этого, потому) γι· αὐτό:
    здесь очень жарко--ты открой окно́ ἐδῶ κάνει πολύ ζέστη, γι· αὐτό ἄνοιξε τό παράθυρο·
    9. союз:
    \так как μιά πού, δεδομένου ὀτι, ἐπειδή, γιατί· мы легли́ спать, \так как было поздно ξαπλώσαμε νά κοιμηθούμε γιατί ἡταν ἀργά·
    10. союз:
    \так что ἔτσι πού, ἔτσι ὡστε, γι ' αὐτό· снег был глубокий, \так что ноги проваливались τό χιόνι ήτανε βαθύ, ἔτσι πού τά πόδια βουλιάζανε·
    11. союз (но, однако) ἀλλα, ὅμως:
    я тебе говорила, \так ты и слу́шать не хотел ἐγώ στό ἐλεγα, ὅμως ἐσύ δέν ήθελες νά μ· ἀκούσεις· ◊ \так или иначе ἔτσι είτε ἀλλιως, ὁδτως ἡ ἀλλως, ὁπωσδήποτε· \так называемый ὁ λεγόμενος, ὁ δήθεν если \так λοιπόν, ἐν τοιαύτη περιπτώσει· и \так далее καί оСто καθεξής· \так и сяк κι ἔτσι κι ἀλλιῶς· \так и есть ἔτσι καί εἶναι, σωστά· \так и быть ἄς εἶναι, σύμφωνοι· так себе ἔτσι κι ἔτσι, ὑποφερτά· не \так ли? ἔτσι δέν εἶναι;· \так точно! (в ответе) μάλιστα!· \так сказать νά ποῦμε, ὁδτως είπεΐν как бы не \так κάθε ἀλλο, τί λές καημένε.

    Русско-новогреческий словарь > так

  • 3 голова

    -ы, αιτ. голову, πλθ. головы, -лов, -ам θ.
    1. κεφάλι, -ή•

    голова болит το κεφάλι πονά•

    повернуть -у στρέφω το κεφάλι•

    лысая φαλακρό κεφάλι•

    отрубить преступнику -у κόβω το κεφάλι του εγκληματία.

    2. μτφ. νους, διάνοια, μυαλό, πνεύμα•

    светлая голова φωτεινό μυαλό•

    пустая голова κούφιο κεφάλι (κουφιοκέφαλος, φυρόμυαλος)•

    замечательная голова μεγαλόνους, εξαιρετικός νους, αξιόλογο πνεύμα•

    быть (человеком) с -ой είμαι άνθρωπος υαλωμένος•’ сумасбродная голова μισότρελλος, ημιπαράφρονας.

    3. α. κ. θ. καθοδηγητής, αρχηγός, ιθύνων•

    он им голова αυτός είναι αρχηγός τους•

    городской (παλ,) δήμαρχος.

    4. κεφαλή φάλαγγας.
    5. κομμάτι, τεμάχιο (σαν μονάδα μέτρησης)•

    сто -лов скота εκατό κεφάλια ζώα•

    голова сыра κεφάλι τυριού.

    εκφρ.
    без -ы – ανόητος, κουτός•
    с -ой – μυαλωμένος, έξυπνος, νοητικός•
    в -ах – στο κεφαλάρι του κρεβατιού•
    обрушиться на -у чью – επιτίθεμαι κατά τίνος•
    с -ы – από τον καθένα, από το κάθε άτομο•
    через -у чью – εν αγνοία κάποιου, κρυφά από κάποιον•
    закружилось в -е – ζαλίστηκα•
    голова кружится – ζαλίζομαι μου έρχεται ζαλάδα•
    вешать (повесить) -у – κρεμώ, κατεβάζω το κεφάλι (από θλίψη κλπ.), αποθαρρύνομαι•
    вымыть (намылить) кому -у – τιμωρώ αυστηρά, τσεκουριάζω κάποιον•
    сложить -у – φονεύομαι, πέφτω, χάνομαι•
    не сносить -у – δεν φέρω το κεφάλι (πληρώνω με το κεφάλι, με τη ζωή)•
    выдать -ой – παραδίνω για εξόντωση,προδίνω•
    выдать себя с -ой – εκμυστηρεύομαι (λάθος, ενοχή)•
    заплатить -ой – πληρώνω με το κεφάλι (με τή ζωή)•
    отвечать ή ручаться -ой – εγγυώμαι με το κεφάλι, κόβω το κεφάλι μου, να μη ζήσω•
    вбить ή вколотить себе в -у – εμφυσώ, εμπνέω στον εαυτό μου, ριζώνω (πεποιθήσεις κ.τ.τ.)• выбрасить ή выкинуть из головы αποβάλλω, βγάζω από το μυαλό (λησμονώ)•
    выйти ή вылететь, выскочить из -ы – διαφεύγω του νου (δε θυμάμαι, ξεχνώ)•
    не выходить ή не идти из -ы – δε μου βγαίνει από το μυαλό, το νου (θυμάμαι συνεχώς)•
    в первую -у – στην πρώτη σειρά, πριν απ όλα•
    - у давать на отсечение – κόβω το κεφάλι μου ζεγγυώμαι απόλυτα)•
    есть голова на плечах – το ‘χω το κεφάλι μου (το νου, τα λογικά μου)•
    быть на -у выше кого; быть -ой выше кого – κατά πολύ υπερέχω από κάποιον•
    на свою -у – προς βλάβην του εαυτού μου (του κ.τ.τ.), κακό του κεφαλιού του (μου κ.τ.τ.) θα κάμει, κάμω κ.τ.τ.
    с -ой погрузиться ή окунуться – ρίχνομαι με τα μούτρα (αφοσιώνομαι ολοκληρωτικά)•
    с• больной -ы на здоровую – τα ρίχνω η τα φορτώνω στον άλλον (που είναι αθώος)•
    с (ή от) -ы до пят – από το κεφάλι ως τα πόδια ή ως τα νύχια•
    сам себе голова – είμαι (ει,ναι κλπ.) αυτεξούσιος, αυτοκέφαλος•
    хотя ты здесь, а голова там – αλλού έχεις το νου σου ή αν και παρών, αποδημείς•
    ходить на -е – ατακτώ, θορυβώ, κάνω ο,τι θέλω (συνήθως για παιδιά)•
    на свежую -у – με ξεκούραστο κεφάλι, με ξεσκοτουριασμένο το μυαλό•
    поднимать -у – σηκώνω κεφάλι (παίρνω θάρρος, απειθαρχω, αυθαδιάζω)•
    разбить на -у – κατασυντρίβω, κατανικώ, νικώ κατά κράτος•
    у меня этого даже и в -е не было – ούτε καν το σκέφτηκα ή ούτε καν μου πέρασε από το νου•
    мне пришла мысль в -у – μου ήρθε (κατέβηκε) η σκέψη•
    адамова голова – α) νεκροκεφαλή, β) είδος νυχτερινής πεταλούδας•
    снять -у с кого – κάνω κάποιον να κρεμάσει το κεφάλι (ταπεινώνω).

    Большой русско-греческий словарь > голова

  • 4 же

    же 1
    κ. ж σύνδ. αντιθ.
    1. όμως, αλλά, μα, μα και•

    врач мне велел бросить курить, сам же две каробки в день закуривает ο γιατρός μου απαγόρευσε το κάπνισμα, όμως ο ίδιος καπνίζει δυο κουτιά τη μέρα•

    если же вы не хотите μα αν εσείς δε θέλετε•

    что же я сделал μα τι έκανα;

    2. δα•

    почему вы ему не верите, он же доктор γιατί δεν τον εμπιστεύεστε, αυτός δα είναι γιατρός.

    же 2
    ж μόριο
    1. (επιτακτικό) επιτέλους, τέλος πάντων, λοιπόν, κιόλας•

    когда же будете готовы? πότε τέλος πάντων ; θα ετοιμαστήτε;•

    говорите же μιλάτε λοιπόν•

    когда -? πότε λοιπόν;•

    я это знаю так же хорошо, как и вы το ξέρω τόσο καλά όσο και σείς.

    2. σημαίνει ταυτότητα, ίδιο (πράγμα)•επίσης, βέβαια•

    тот, этот же εκείνος ο ίδιος, αυτός ο ίδιος•

    эти же растения встречаются и на севере αυτά τα ίδια φυτά τα συναντούμαι και στο βοριά•

    здесь же εδώ σ’αυτό (το ίδιο) μέρος•

    сегодня же приедем и мы σήμερα επίσης θα έρθουμε κι εμείς•

    в то же время την ίδια ώρα (ή χρόνο), ταυτόχρονα•

    есть же такие мерзавцы на свете υπάρχουν, βέβαια, τέτοιοι παλιάνθρωποι, στον κόσμο•

    такой же πανομοιότα-τος.

    Большой русско-греческий словарь > же

  • 5 что

    чего, чему, чем, о чём αντων.
    1. (ερωτηματική)• τι•

    что мне теперь сделать? τι να κάνω τώρα;•

    что случилось? τι συνέβηκε;•

    что вы сказали? τι είπατε;•

    что нового? τι νέα;•

    о чём вы говорите? για τι μιλάτε; (περί τίνος μιλάτε;)• о чём вы думаете? τι σκέπτεστε;•

    что это такое? τι ειν αυτό;•

    ну что? λοιπόν τι;

    2. (αναφ.) αυτό που, αυτό το οποίο• ό,τι•

    я знаю что вы хотите ξέρω, τι θέλετε•

    я знаю, о чём думаете ξέρω, τι σκέπτεστε•

    я вам прочту что вы хотите θα σας διαβάσω ό,τι εσείς θέλετε.

    3. (αναφ.) οποίος, -α, -ο• που•

    книга, что лежит на столе το βιβλίο, που είναι πάνω στο τραπέζι•

    то, что... αυτό, που...• я вижу то, что лежит на столе βλέπω αυτό, που είναι πάνω στο τραπέζι.

    4. γιατί•

    что вы такой грустный? γιατί είστε έτσι θλιμμένος;•

    что вы так долго не спите? γιατί τόση ώρα δεν κοιμάστε;•

    а что? και γιατί;

    5. επίρ. πόσο, τι•

    стоит эта книга? πόσο κοστίζει αυτό το βιβλίο.

    || πόσος, -η, -ο•

    что денег истрачено!πόσα χρήματα ξοδεύτηκαν!•

    что сил истрачено! πόσες δυνάμεις ξοδεύτηκαν! (πάνε χαμένες!).

    || όσος, -η, -ο•

    что было у меня сил όσες δυνάμεις είχα.

    6. κάτι (τι), τίποτε•

    если что знаешь, так скажи αν ξέρεις κάτι τι, πες το•

    что чуть, в случае чего, бегите за мной σε περίπτωση που συμβεί κάτι, τρέξτε σε μένα.

    7. τι•

    что за шум? τι θόρυβος είναι αυτός;•

    что толку; что пользы; что хорошето τι νόημα, τι όφελος, τι το καλό.

    8. ό,τι•

    всего что я знал, рассказал отцу όλα όσα ήξερα,τα είπα στον πατέρα.

    || ο οποίος, -α, -ο•

    старая черешня что посажена дедушкой η παλαιά κερασιά, που την είχε φυτέψει ο παππούς.

    εκφρ.
    а -? – και τι;•
    до чего... – α) εξαιρετικά•
    до чего хорош! – εξαιρετικά καλός (εξαίσιος), β) ως που, σε τι (ποιόν) βαθμό•
    до чего ты меня довл – σε τι βαθμό (κατάσταση) με έφερες ή με κατάντησες!•
    к чему – γιατί, προς τι, για ποιο λόγο ή σκοπό•
    не к чему – δεν έχει κανένα νόημα, δε χρειάζεται, σε τίποτε δεν ωφελεί•
    ни к чему – (ως κατηγ.)• δε χρειάζομαι•
    тебе, мальчик, домой уйти, а здесь ты ни к чему – εσύ, μικρέ, να πας στο σπίτι, εδώ εσύ δε χρειάζεσαι•
    с чего – από τι, από που και ως που, για ποιο λόγο, γιατί, που βασιζόμενος•
    ни за что – σε καμιά περίπτωση, με κανένα λόγο•
    ни за что и ни за что ни про что – τελείως άδικα, άδικα των αδίκων, στα χαμένα, μάταια• (уж) на что τόσο πολύ, σε τέτοιο βαθμό•
    хоть бы что – (ως κατηγ.) είναι τελείως αδιάφορο•
    чего-чего, а... – βρε, τι είν αυτό... что ли (ль) τι, μήπως•
    что бы ни.... – όλο, οποιοδήποτε•
    что бы... – είθε, μακάρι, άμποτε•
    что ты (вы)! – (για θαυμασμό, φόβο) τι λες (λέτε)! (ну) что ж (же) (ενδοτικό) λοιπόν, τι (να γίνει), άλλος δρόμος δεν υπάρχει,παρά να... что (это) за α) τι είν αυτό•
    что это за бумаги – τι χαρτιά είν αυτά. β) τι• (για θαυμασμό, αγανάκτηση κλπ.) что за день сегодня! τι μέρα σήμερα!•
    что за здание! – τι (ωραίο) κτίριο!•
    что говорить – τι να πεις (είναι καλό, σωστό, άμεμπτο)•
    что ни (на) есть – ό,τι υπάρχει και δεν υπάρχει (όλα παντελώς)•
    чем не – και τι δεν έχει για, τι δεν ταιριάζει για... чем он не учный? τι έχει αυτός, που δεν του ταιριάζει για επιστήμονας;•
    во что бы то ни стало – οπωσδήποτε, με οποιοδήποτε μέσο και τρόπο•
    ни во что не ставить ή считать – δεν τον έχω, θεωρώ για τίποτε•
    ни с чем уйти (остаться, вернуть(ся) – φεύγω, μένω, επιστρέφω με αδεινά τα χέρια (άπρακτος).
    ειδ. σύνδ.
    1. ότι, πως•

    я знаю что это правда ξέρω ότι αυτό είναι αλήθεια•

    говорят, что он болен λένε πως αυτός είναι άρρωστος.

    2. ότι, που•

    я счастлив что вас вижу είμαι ευτυχής που σας βλέπω.

    3. όπως, σαν.
    4. χρον. σύνδ. παλ. μόλις, ευθύς, άμα.
    5. σύνδ. διαχωριστικός• τι..., τι...• что в городе, что в деревне что одно и тоже τι στην πόλη, τι στο χωριό что ένα, και το ίδιο.
    6. μόριο (στα λαϊκά τραγούδια)• τι• (στην αρχή του στίχου).
    εκφρ.
    только и..., что – αποκλειστικά, μόνο (ότι).

    Большой русско-греческий словарь > что

См. также в других словарях:

  • Есть здесь кто-нибудь? (фильм) — Есть здесь кто нибудь? Is Anybody There? Жанр Драма …   Википедия

  • Здесь кто-то есть — Жанр(ы) мистическая драма Продюсер(ы) Александр Акопов Наталия Шнейдерова Режиссёр(ы) Николай Крутиков Оператор(ы) Сергей Политик Сценари …   Википедия

  • Есть здесь кто-нибудь? — Is Anybody There? Жанр Драма …   Википедия

  • Есть Есть Есть — «Есть Есть Есть»  российский музыкальный коллектив, образованный в Санкт Петербурге в 2010 году. В его состав вошли участник распавшейся группы 2H Company Михаил Феничев (фронтмен, автор текстов), Алексей Помигалов (биты, клавишные), Максим… …   Википедия

  • Здесь восходит солнце (книга) — Здесь восходит солнце Here Comes the Sun: The Spiritual and Musical Journey of George Harrison Автор: Джошуа Грин Жанр …   Википедия

  • Здесь Родос, здесь прыгай — Здесь Родос, здесь прыгай  выражение из басни Эзопа «Хвастун». Некий человек хвастался, что однажды на Родосе он сделал колоссальный прыжок, и в доказательство ссылается на свидетелей. На это один из слушавших его возразил: «Друг, если это… …   Википедия

  • Здесь и сейчас — Здесь и теперь (здесь и сейчас; лат. hic et nunc) характеристика отношения субъекта и пространства и времени. Используется в философии, психологии и средствах массовой информации. Содержание 1 Буддизм 2 …   Википедия

  • Здесь-и-теперь — (здесь и сейчас; лат. hic et nunc) характеристика отношения субъекта и пространства и времени. Используется в философии, психологии и средствах массовой информации. Содержание 1 Буддизм 2 …   Википедия

  • Здесь Родос — Здесь Родос, здесь прыгай Здесь Родос, здесь прыгай  выражение из басни Эзопа «Хвастун». Некий человек хвастался, что однажды в Родосе он сделал колоссальный прыжок, и в доказательство ссылается на свидетелей. На это один из слушавших его… …   Википедия

  • Здесь тоже водятся тигры — Here There Be Tygers Жанр: рассказ Автор: Стивен Кинг Язык оригинала: Английский Публикация …   Википедия

  • Здесь живут монстры — Автор: Аллан Сноу Жанр: приключенчиская детская книга Язык оригинала …   Википедия

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»