-
41 билет
-а α.1. εισιτήριο, μπιλέτο•-в театр εισιτήριο θεάτρου.
2. βιβλιάριο•партийный билет το κομματικό βιβλιάριο.
3. παλ. γραμμάτιο•кредитный билет τραπεζογραμμάτιο (το χαρτονόμισμα).
4. κλήρος, λαχνός•экзаменационный билет ο κλήρος εξετάσεων.
εκφρ.пригласительный билет – πρόσκληση, επισκεπτήριο. -
42 бутафория
-и θ.σκηνικά θεάτρου. -
43 галерея
-и θ.1. στοά, γαλαρία. || υπόστεγο.2. υπερώο θεάτρου, γαλαρία.3. σήραγγα υπόγεια.4. πινακοθήκη, γκαλερί.5. σειρά, ακολουθία, γραμμή, στοίχος. -
44 двухъярусный
επ.που έχει δύο υπερώα (γαλαρίες)•двухъярусный зал театра αίθουσα θεάτρου με δυό γαλαρίες.
-
45 задник
-а α.1. η φτέρνα των παπουτσιών.2. ο φόντος της σκηνής του θεάτρου. -
46 зал
-а α.αίθουσα, σάλα•актовый зал αίθουσα σχολικών εορτών και συγκεντρώσεων•
читальный зал αναγνωστήριο•
зрительный зал η αίθουσα του θεάτρου•
концертный зал αίθουσα συναυλιών•
зал ожидания αίθουσα αναμονής•
танцевальный зал αίθουσα χορού.
-
47 занавес
-а α.παραπέτασμα από ύφασμα. || αυλαία θεάτρου•опустить занавес κατεβάζω, κλείνω την αυλαία•
поднимать занавес ανεβάζω, ανοίγω την αυλαία•
под занавес στο τέλος της σκηνής.
-
48 зрительный
επ.1. οπτικός•-нерв οπτικό νεύρο•
-ая память οπτική μνήμη•
-ая труба οπτικός σωλήνας.
2. των θεατών•зрительный зал αίθουσα θεάτρου.
-
49 капельдинер
-а α. παλ.ταξιθέτης θεάτρου. -
50 касса
-ы θ.1. χρηματοκιβώτιο.2. ταμείο•сберегательная касса ταμιευτήριο•
касса взаимопомощи ταμείο αλληλοβοήθειας•
железнодорожная касса ταμείο εισιτηρίων σιδηροδρόμων•
театральная касса ταμείο εισιτηρίων θεάτρου•
заплатить в кассу πληρώνω στο ταμείο•
3. τα χρήματα του ταμείου•проверить -у κάνω έλεγχο του ταμείου.
4. (τυπγρ.) στοιχειοθήκη. -
51 комендант
-а α.1. διοικητής•комендант крепости διοικητής φρουρίου•
комендант города στρατιωτικός διοικητής πόλης, φρούραρχος•
комендант гарнизона διοικητής φρουράς•
комендант лагеря διοικητής στρατοπέδου.
2. σταθμάρχης στρατιωτικός (ρυθμιστής κίνησης στρατευμάτων και οχημάτων).3. επιστάτης (θεάτρου, φυλακών κ.τ.τ.). -
52 костюмерный
επ.του κοστουμιού•-ая мастерская ραφείο ενδυμάτων.
ουσ. ιματιοφυλάκειο θεάτρου. -
53 кресло
-а ουδ.1. πολυθρόνα.2. πλθ. крсла-сел παλ. θέσεις της πλατείας θεάτρου. -
54 критик
-а α.1. κριτικός•литературный κριτικός της λογοτεχνίας•
театральный критик κριτικός του θεάτρου.
2. βλ. критикан. -
55 критика
-и θ.1. κριτική•зажим -и πνίξιμο της κριτικής•
подвергать -е κριτικάρω•
строгая критика αυστηρή κριτική.
2. έλεγχος•историческая критика ιστορική κριτική (έλεγχος των ιστορικών γεγονότων)•
критика текста έλεγχος γνησιότητας κειμένου.
3. είδος φιλολογικό•театральная критика κριτική του θεάτρου•
литературная φιλολογική κριτική.
4. αθρσ. οι κριτικοί.5. παλ. κριτικό άρθρο.εκφρ.наводить -у – κάνω κριτική, κριτικάρω•не выдерживает -и – δεν αντέχει στην κριτική•ниже всякой критики – δεν αντέχει σε καμιά κριτική. -
56 кулиса
-
57 купон
-а α.1. κουπόνι (απόκομμα ομολογίας ή άλλου τίτλου).2. παλ. ένα εισιτήριο θεωρείου θεάτρου.3. κομμάτι (ρετάλι) υφάσματος. -
58 ложа
-и θ.1. θεωρείο•театральная ложа θεωρείο θεάτρου.
2. τμήμα οργάνωσης•масонская ложа τεκτονική στοά,
3. προστατευτική λαβή όπλου. -
59 откидной
επ.πτυκτός, πτυσσόμενος• διπλωτός αναστρεφόμενος•-ое сидение σκίμπους, οκλαδία(ς)•
-бе место το στραμποτέν (θεάτρου, αμαξιού).
-
60 парадиз
-а α. παλ.παράδεισος. || το υπερώο του θεάτρου, ο άνω των θεωρείων εξώστης.
См. также в других словарях:
θεάτρου — θεά̱τρου , θέατρον place for seeing neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μουσείο, Σπαθάρειο Θεάτρου Σκιών Δήμου Αμαρουσίου — Εγκαινιάστηκε τον Ιούνιο του 1995 σ’ ένα νεοκλασικό κτίριο στο Μαρούσι (Βασιλίσσης Σοφίας & Δημητρίου Ράλλη), στην ίδια πλατεία (Κασταλίας) όπου το 1942 ξεκίνησε την καριέρα του ως καραγκιοζοπαίχτης ο Ευγένιος Σπαθάρης. Είναι ένα μουσείο μοναδικό … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
θέατρο — Σκηνική παράσταση, λυρικό έργο, επιθεώρηση, χορογραφικό θέαμα· θ. ονομάζεται επίσης το σύνολο των θεατρικών έργων ενός συγγραφέα (π.χ. το θ. του Ίψεν). Ο όρος όμως δραματικό θ. δηλώνει αποκλειστικά το θεατρικό είδος που παρουσιάζει ένα γεγονός… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
καραγκιόζης — Ελληνική παραλλαγή του θεάτρου σκιών, μιας τέχνης που είναι διαδεδομένη σε ολόκληρη την Ανατολή, με κεντρικό ήρωα την ομώνυμη φιγούρα. Η καταγωγή του Κ. παραμένει αδιευκρίνιστη. Έρευνες που έχουν διεξαχθεί κατά καιρούς έχουν επιχειρήσει να… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek