Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ϑαλλός

См. также в других словарях:

  • Θαλλός — young shoot masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θαλλός — young shoot masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θάλλος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θαλλός — Βλαστικό σώμα πολυάριθμων κατωτέρων φυτικών οργανισμών (φύκη, μύκητες, λειχήνες). Ονομάζονται θαλλόφυτα, σε αντίθεση με τα κορμόφυτα, στα οποία διακρίνονται σαφώς διαφοροποιημένες οι ρίζες, ο βλαστός και τα φύλλα. Η διάκριση, αν και φαίνεται… …   Dictionary of Greek

  • θαλλός — ο βλαστάρι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Θάλλος ή Θαλλός — (1ος αι. μ.Χ.). Ιστορικός συγγραφέας. Έγραψε ιστορία της Συρίας, της οποίας διασώθηκαν αποσπάσματα …   Dictionary of Greek

  • Θάλλω — Θάλλος masc nom/voc/acc dual Θάλλος masc gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θαλλοῖς — Θαλλός young shoot masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θαλλοῖς — θαλλός young shoot masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θαλλοῖσι — Θαλλός young shoot masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θαλλοῖσι — θαλλός young shoot masc dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»