-
1 θήσασθαι
-
2 μυθήσασθαι
μῡθήσασθαι, μυθέομαιspeak: aor inf mpμυθέωspeak: aor inf mid -
3 παραμυθήσασθαι
παραμυθέομαιencourage: aor inf mpπαραμῡθήσασθαι, παραμυθέομαιencourage: aor inf mp -
4 προτιμυθήσασθαι
προτιμῡθήσασθαι, προσμυθέομαιaddress: aor inf mp (epic doric)
См. также в других словарях:
μυθήσασθαι — μῡθήσασθαι , μυθέομαι speak aor inf mp μυθέω speak aor inf mid … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραμυθήσασθαι — παραμυθέομαι encourage aor inf mp παραμῡθήσασθαι , παραμυθέομαι encourage aor inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προτιμυθήσασθαι — προτιμῡθήσασθαι , προσμυθέομαι address aor inf mp (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)