-
21 χώρα
1) kraj (m) rzecz.2) państwo (n) rzecz. -
22 χώρα
1) kraj2) vlast3) země -
23 χώρα
countryΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > χώρα
-
24 Κάλλιο πρώτος στο χωριό, παρά δεύτερος στη χώρα
Κάλλιο πρώτος στο χωριό, παρά δεύτερος στην πόλη ( στη χώρα)• Лучше быть первым на деревне, чем вторым в городеИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Κάλλιο πρώτος στο χωριό, παρά δεύτερος στη χώρα
-
25 Κόμη χώρα
η, Κόμι τό:Αυτόνομη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Κόμης Коми Автономная Советская Социалистическая Республика -
26 Στους δυο τρίτος δεν χωρά
• Третий лишнийИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Στους δυο τρίτος δεν χωρά
-
27 χώρας
χώρᾱς, χώραspace: fem acc plχώρᾱς, χώραspace: fem gen sg (attic doric aeolic) -
28 χώρ'
χώρᾱͅ, χώραspace: fem dat sg (attic doric aeolic) -
29 χώραι
χώρᾱͅ, χώραspace: fem dat sg (attic doric aeolic) -
30 χώραν
χώρᾱν, χώραspace: fem acc sg (attic doric aeolic) -
31 χώρη
χώραspace: fem nom /voc sg (epic ionic)χωρέωto be fond of dwelling in: pres imperat act 2nd sg (doric aeolic)χωρέωto be fond of dwelling in: imperf ind act 3rd sg (doric aeolic)——————χώραspace: fem dat sg (epic ionic) -
32 χωραφίου
χωρᾱφίου, χωράφιονsmall farm: neut gen sg -
33 χωραφίων
χωρᾱφίων, χωράφιονsmall farm: neut gen pl -
34 χωράφια
χωρά̱φια, χωράφιονsmall farm: neut nom /voc /acc pl -
35 χωράφιον
χωρά̱φιον, χωράφιονsmall farm: neut nom /voc /acc sg -
36 χωρέων
χώραspace: fem gen pl (epic ionic)χωρέωto be fond of dwelling in: pres part act masc nom sg (epic doric ionic aeolic) -
37 χώραιν
χώραspace: fem gen /dat dual -
38 χώραις
χώραspace: fem dat pl -
39 χώραισι
χώραspace: fem dat pl (epic ionic aeolic) -
40 χώρην
χώραspace: fem acc sg (epic ionic)
См. также в других словарях:
χώρα — χώρᾱ , χώρα space fem nom/voc/acc dual χώρᾱ , χώρα space fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χώρᾳ — χώρᾱͅ , χώρα space fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χώρα — Oνομασία 5 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 400 μ.), στην πρώην επαρχία Γορτυνίας, του νομού Αρκαδίας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (19 τ. χλμ.) στον οποίο υπάγονται και οι οικισμοί Δωδεκάμετρο (υψόμ. 170 μ.) και Εληά (υψόμ. 200 μ.). 2.… … Dictionary of Greek
χώρα — η 1. τμήμα της επιφάνειας της γης, κράτος: Η Γαλλία είναι μια μεγάλη χώρα της Ευρώπης. 2. ως κύρ. όν., Xώρα συνήθ. ο μεγαλύτερος οικισμός νησιού που αποτελεί και την πρωτεύουσά του. 3. ορισμένο μέρος της επιφάνειας του σώματος που αντιστοιχεί σε… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Χώρα — Sp Chorà Ap Χώρα/Chora L PV Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Χώρα Γαϊτσών — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 600 μ.), στην πρώην επαρχία Καλαμών, του νομού Μεσσηνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κέντρου … Dictionary of Greek
Χώρα Σφακίων — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 80 μ.), στην πρώην επαρχία Σφακίων, του νομού Χανίων. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (46 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκουν ο οικισμός Κομιτάδες (υψόμ. 200 μ.) και η Βριτομάρτις. Η X.Σ. σήμερα είναι μικρό χωριό, άλλοτε όμως… … Dictionary of Greek
Βάσκων, χώρα των- — (βασκ. Euskadi, ισπαν. Pais Vasco). Περιοχή των δυτικών Πυρηναίων, μοιρασμένη μεταξύ Γαλλίας και Ισπανίας, που διαφέρει από τις άλλες για την εθνική ιδιορρυθμία του πληθυσμού της, ο οποίος στην απόλυτη πλειοψηφία του είναι Βάσκοι. Οι γαλλικές… … Dictionary of Greek
Μεγάλη Χώρα — Sp Megãli Chorà Ap Μεγάλη Χώρα/Megali Chora L V Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Άνω Χώρα — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 1.060 μ., 404 κάτ.) στην πρώην επαρχία Ναυπακτίας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Αποτελεί έδρα του δήμου Αποδοτίας … Dictionary of Greek
Έξω Χώρα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 340 μ., 160 κάτ.) της Ζακύνθου. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού, στις δυτικές πλαγιές του βουνού Βραχιώνας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ελατίων του νομού Ζακύνθου … Dictionary of Greek