Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

φλοιός

См. также в других словарях:

  • φλοιός — bark masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φλοιός — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται το εξωτερικό περίβλημα του κορμού ή των κλαδιών του δέντρου, το περίβλημα των καρπών, το εξωτερικό στρώμα της γήινης σφαίρας, η φαιά ουσία που περιβάλλει τα ημισφαίρια του εγκεφάλου, η εξωτερική στιβάδα των… …   Dictionary of Greek

  • φλοιός — ο 1. φλούδα (βλ. λ.). 2. (ιατρ.), το επιφανειακό στρώμα του εγκεφάλου και της παρεγκεφαλίδας, που αποτελείται από φαιά ουσία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αισθητήριος φλοιός — Περιοχή του εγκεφάλου, στην οποία γίνονται συνειδητά αντιληπτές οι αισθητήριες πληροφορίες …   Dictionary of Greek

  • ακουστικός φλοιός — Τμήμα του εγκεφάλου, που δέχεται και ερμηνεύει τα σήματα από τα αφτιά …   Dictionary of Greek

  • φλοιοῖς — φλοιός bark masc dat pl φλοιόω change into bark pres opt act 2nd sg φλοιόω change into bark pres subj act 2nd sg φλοιόω change into bark pres ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φλοιοῖσι — φλοιός bark masc dat pl (epic ionic aeolic) φλοιόω change into bark pres part act masc/neut dat pl (doric aeolic) φλοιόω change into bark pres subj act 3rd sg (epic) φλοιόω change into bark pres ind act 3rd pl (aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φλοιοί — φλοιός bark masc nom/voc pl φλοιόω change into bark pres subj mp 2nd sg φλοιόω change into bark pres ind mp 2nd sg φλοιόω change into bark pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φλοιοῦ — φλοιός bark masc gen sg φλοιόω change into bark pres imperat mp 2nd sg φλοιόω change into bark imperf ind mp 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φλοιούς — φλοιός bark masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φλοιῶν — φλοιός bark masc gen pl φλοιόω change into bark pres part act masc voc sg (doric aeolic) φλοιόω change into bark pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) φλοιόω change into bark pres part act masc nom sg φλοιόω change into bark pres inf… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»